ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

ΝΙΚΟΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ

 

ΤΗΝΟΣ

ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ

Οι Καθρέφτες Του Χρόνου

 

 

Οι Κυκλάδες είναι ένα τολμηρό, γυμνό τοπίο. Μια διαρκής άσκηση ύφους στους αιώνες, δια πυρός του ήλιου και των ηφαιστείων.

 

Ένας πολυέλαιος κρέμεται στον …ουρανό!

Ένας πολυέλαιος κρεμασμένος από τον ουρανό με παίδευε πολλή ώρα να βρω τρόπο να τον φωτογραφίσω. Το ίδιο και τα γκρεμίσματα από τις παλιές τοιχοδομές, τα ξέφτια του ασβέστη και τα κομμάτια του ουρανού που τρύπωναν με επιμονή απ’ όπου έβρισκαν τόπο στα χαλάσματα.

Τα Μοναστήρια είναι ένα πέτρινο χωριό στην Τήνο, που οι κάτοικοί του άρχισαν να το εγκαταλείπουν εκεί κάπου στις δεκαετίες του 1960 και του 1970, μέχρι που έμειναν από κάποιο σημείο και πέρα μόνο τα φίδια και οι σκορπιοί να το κατοικούν.

Ετσι στέκουν των σπιτιών τα σκέλεθρα, ορίζοντας ένα πεδίο χρόνου με ίχνη από φθορά και μνήμη. Κουρέλια της αιωνιότητας απέναντι σε αρχετυπικούς λιθώνες που αντιμάχονται με πείσμα το οξύ φως των Κυκλάδων.

Εκεί, στο πουθενά, πλαταγίζει και μια σημαία, ανάμεσα στο ξανθό μπλε του ουρανού και στο βαθύ λευκό του ασβέστη.

Σ’ αυτό το ανοιχτό τοπίο αποφάσισαν να δράσουν τρεις άνθρωποι από κοινού για ένα αποτέλεσμα, που το είπαν «Αντανακλάσεις».

 

Η είσοδος στο χώρο με τις «Αντανακλάσεις» και δεξιά η αφίσα της εκδήλωσης.

 

Ένας ζωγράφος, ο Κώστας Τσόκλης, ένας αρχιτέκτονας, ο Γιώργος Τριανταφύλλου και ένας μουσικός, ο Νίκος Ξυδάκης.

Και οι τρεις προσπάθησαν να παγιδέψουν ανάμεσα σ’ αυτά τα ερείπια, λογής είδωλα, καθρεφτισμούς και εικόνες μιας αλλόκοτης παραμυθίας.

Πολύς κόσμος, επισκέφθηκε αυτό το καλοκαίρι τις «Αντανακλάσεις», στα Μοναστήρια της Τήνου, για να δουν την εικαστική παρέμβαση των τριών. Έχω την εντύπωση, ωστόσο, ότι ελάχιστοι από αυτούς θα έμπαιναν στον κόπο να σταθούν σε κάποιο άλλο χωριό της Τήνου και να αποθαυμάσουν την αρχιτεκτονική του.

Τα Μοναστήρια, είναι αλήθεια ότι μοιάζουν (ενδεχομένως) με σκηνικό. Πλατώ, εικόνες, ταμπλώ, από τις «Τρωάδες» του Ευριπίδη, χωρίς την Εκάβη. Η Εκάβη και οι άλλες γυναίκες θα μπορούσε να είναι κρυμμένες μέσα στους καθρέφτες.

 

« Εάτε μ’, ούτοι φίλα τα μη φίλ’, ω κόραι,

κείσθαι πεσούσαν΄ πτωμάτων γαρ άξια

πάσχω τε και πέπονθα κάτι πείσομαι».

ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ: Τρωάδες, στίχοι 466-468

 

Οι λειχήνες στους τοίχους και στις πέτρες, χρώμα της μνήμης…

 

Είναι κι από την άλλη, οι βαθυκίτρινες λειχήνες πάνω στις πέτρες, τα άσπρα σύννεφα που κυνηγιούνται στ’ ουρανού το

 

Ο Άγιος Ιωσήφ στα Μοναστήρια.

 

μπλε, και τα πυρόξανθα χωράφια, μαζί με τον Καθολικό Άγιο Ιωσήφ, που παραπέμπουν έτσι όλα μαζί στον Sandro Botticelli ή τον Michelangelo. Χρώματα και φόρμες αναγεννησιακές στο στέρνο ενός Κυκλαδίτη Αύγουστου, που χαϊδεύεται με το Μαΐστρο.

 

…και είδα και θαύμασα…

 

Οι Κυκλάδες είναι ένα τολμηρό, γυμνό τοπίο. Μια διαρκής άσκηση ύφους στους αιώνες, δια πυρός του ήλιου και των ηφαιστείων. Μέσα σ’ αυτό ακριβώς το τοπίο, αυτοί οι ερειπιώνες του χωριού στα Μοναστήρια μοιάζουν με οιμωγές που αντιφωνούν την ερημιά και την εγκατάλειψη, με ένα εξ ίσου τολμηρό τρόπο.

Να ζηλεύεις δηλαδή το βόλτο που στέκει ακόμη, γυμνό κι ολομόναχο, σηκώνοντας στη ράχη του τον ουρανό.

Και χωρίς τους καθρέφτες, ή τις «Αντανακλάσεις», αυτό το ερειπωμένο χωριό έχει μια δική του γλώσσα. Δωρική και λεία, όπως οι θαλασσινές πέτρες που τραγουδούν με τη φουρτούνα.

Αυτοί οι  ερειπιώνες στα Μοναστήρια της Τήνου γεωμετρούν το χάος του κράτους, που έχει την εντύπωση ότι …πολεοδομεί κατά το κρατούν έθος και ήθος, αγκυλωμένο ενσυνείδητα από λογής τερτίπια και αναγραμματισμούς.

 

Τα κουρέλια μιας αδίδακτης αρμονίας.

 

Η τύψη έχει τα είδωλά της στους καθρέφτες.

 

Αυτοί οι ερειπιώνες ορθογραφούν την τύψη που στέκεται στα πανωπόρτια και λέει του ήλιου ιστορίες.

Αυτοί οι ερειπιώνες δεν είναι άλλο από τα κουρέλια μιας αδίδακτης αρμονίας. Όπως η μουσική που ξετρυπώνει ή χάνεται στους πέτρινους τοίχους των ερειπίων, όπως οι σαύρες.

Τελικά, η τύψη έχει τα είδωλά της στους καθρέφτες. Πρόσωπα ξαφνιασμένα στη στιγμή, γιατί τους έκλεισε το δρόμο το είδωλό τους. Μόνο που η τύψη δεν έχει ούτε τύχη, ούτε φαντασία.

 

Μια σημαία είναι που ανεμίζει και έχει η τύψη έχει στέγη της τον ουρανό.

 

Ένας αέρας φυσάει απέναντι, από τον Ταραμπάδο ή το Σμαρδάκιτο, όπως ο αέρας στη «Γέννηση της Αφροδίτης» του Botticelli.  Εκεί στη σκιά του Αγίου Ιωσήφ, ο αέρας έχει μια υφή Καλοκαιριού, δίχως να μπορώ να το περιγράψω πιο πολύ. Ο Ιούλιος μαζί και ο Αύγουστος φυσούν με τα φουσκωτά τους μάγουλα στην κόψη του μεσημεριού.

Πόσο μεγάλη είναι η αντηλιά! Μια ζωγραφιά διάφανη ή ένας καθρέφτης που στήνει δόκανα στην αιωνιότητα. Μια ώχρα, ένα ροζ παράξενο, ένα βιολετί, μπλε του ουρανού, πράσινο της χαλκοσκουριάς, κυανούν βαθύ, γκρι της πέτρας, τεφρό, κι αυτό το παράξενο έντονο χρώμα της λειχήνας.

Πόσα χρώματα μπορεί να έχει η μοναξιά!

Μια σαύρα που μαζεύει ήλιο στον καυτό σχιστόλιθο αναπνέει τόσο γρήγορα, λες και θα εκραγεί από το φόβο της, τρομαγμένη από τους επισκέπτες.

Ο καιρός τρέχει μ’ ένα φως αρχαίο.

 

Ένας καθρέφτης στήνει δόκανα στην αιωνιότητα.

 

Για δυο μήνες, Αύγουστο και Σεπτέμβριο, τα Μοναστήρια της Τήνου, ένα χωριό ερειπωμένο, ξεχασμένο, βυθισμένο σε μια ιδιότυπη «ανυπαρξία», έγινε δια μιας, τόπος συνάντησης και συζητήσεων, περί αρχιτεκτονικής, περί αισθητικής, περί τέχνης. Ήταν πιο πολύ το παιγνίδι με τους καθρέφτες. Το είδωλο μιας πραγματικότητας μέσα στην ίδια την πραγματικότητα. Μια χίμαιρα ή κάτι σαν γεωμετρία της ουτοπίας.

Το βέβαιο είναι ότι τα Μοναστήρια θα τυλιχτούν ξανά στη μοναξιά τους. Από τις πρώτες μέρες του Οκτώβρη θα έχει αρχίσει πάλι η αντίστροφη μέτρηση, με την ομίχλη να κατεβαίνει από το Ξώμπουργο και να σέρνεται με ραθυμία στις ξερολιθιές.

Αναρωτιέμαι, αν η τέχνη μπορεί να είναι στοιχείο της μνήμης. Μια προβολή έστω του παρελθόντος στο επίπεδο του μέλλοντος…

Για τα Μοναστήρια της Τήνου, η μνήμη –ατυχώς- δεν είναι τέχνη. Ο χρόνος εδώ σταμάτησε με αναγκαστικό τρόπο κάπου στη δεκαετία του 1970, εκπέμποντας ένα S.O.S., που δεν το έλαβε κανείς. Ως συνήθως, το κράτος είναι πάντοτε πολύ απασχολημένο. Δεν έχει καιρό. Ούτε και διάθεση. Ακόμη και σήμερα έτσι είναι. Το κράτος είναι για άλλες δουλειές. Ευτυχώς που ο Δήμος Εξωμβούργου έχει ευαισθησίες για να στηρίζει τέτοιου είδους εκδηλώσεις.

 

Φωτογραφίζοντας ένα καθρέφτη.

 

Το κράτος είναι μια αλλόκοτη μηχανή του …χρόνου, που ενδιαφέρεται μόνο για φορομπηξίες, μίζες, ρουσφέτια και άλλα τέτοια προσοδοφόρα τεχνάσματα…

Η τέχνη είναι άλλο ζήτημα. Μια πολυτέλεια για λίγους. Εξ άλλου, ο δύσκολος βίος των ανθρώπων δεν ήταν ποτέ στοιχείο τέχνης. Και η ανάγκη ήταν πάντοτε κακός σύμβουλος. Όπως η φυγή των ανθρώπων από αυτό το χωριό που συστρέφεται μέσα στους καθρέφτες, χωρίς ποτέ να φανερώνει τη μέσα μνήμη του. Αυτή ανήκει στους ανθρώπους.

 

Μυθογραφεί ο ήλιος με δικούς του νόμους, απονέμοντας το Δίκαιο…

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Αυτό το άρθρο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «ως3», τον Οκτώβριο του 2006, απ’ όπου και αναδημοσιεύεται εδώ.

 

ΝΙΚΟΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ, Αθήνα, 20 Οκτωβρίου 2006

 



zervonikolakis.lastros.net   Επιστροφή στην αρχική σελίδα