ΝΙΚΟΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ

Τα σταμνιά του

ΚΑΜΠΙΤΗ

Θραψανός/ Foto: ΝΙΚΟΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ

 

Έκανε χωνί το φως του ο ήλιος και το έχυνε από την πόρτα στο χωματένιο δάπεδο, που ήταν πάντοτε βρεγμένο, και πατημένο καλά, για να μη σηκώνει σκόνη.

 

 

Με την πολλή ώρα μέσα στο σταμνάδικο, η άχνη από το κοσκινισμένο αργιλόχωμα, που είναι προορισμένο να πλαστεί πηλός, κάθεται στο πρόσωπο και λίγο-λίγο σχηματίζει μια κρούστα σαν μάσκα, όπως αυτές που είχαν στο αρχαίο δράμα ή και τον κώμο.

Ο τόπος, ήταν βουτηγμένος στον πηλό, με πιτσιλίσματα παντού και σωρούς κοσκινισμένο αργιλόχωμα, έτοιμο να γίνει σταμνιά, πιθάρια, τσικάλια, λαηνάκια, κουρούπια και λογής άλλα σκεύη χρείας, χειροποίητα και μοναδικά, όπως γινόταν εδώ και χιλιάδες χρόνια με τον ίδιο ακριβώς τρόπο.

Ο πηλός χορεύει πάνω στον τροχό!

Τα επιδέξια δάχτυλα του τεχνίτη είναι που δίνουν σχήμα στο άμορφο ζυμάρι του πηλού, κάνοντάς το να χορεύει με τελετουργικό τρόπο ένα κυκλικό χορό, ανυπέρβλητης ομορφιάς και εξαίσιας αρμονίας.

Εδώ θα μπορούσε κανείς να κατανοήσει με πάσα ακρίβεια τα ρέοντα περιγράμματα, με αυτό το αρχεγονικό στροβίλισμα του πηλού, λες και υπακούει σε μια μουσική, που έχει ρυθμό και μελωδία.

 

Σχέδιο αγγείου της Υστερομινωικής ΙΑ΄, που βρέθηκε στο Μόχλος. Foto: ΝΙΚΟΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ

 

Ο πηλός είναι μια τέχνη που έρχεται από παλιά. Πολύ παλιά. Χιλιάδες χρόνια πριν. Από τους προϊστορικούς πολιτισμούς που άνθισαν στο Αιγαίο και τη Μεσόγειο.

Κι αυτό το σταμνάδικο του Καμπίτη, όπως το γνώρισα στου Καραβά και το θυμάμαι με πάσα ακρίβεια, θα μπορούσε να είναι ένα εργαστήρι όπως αυτά των προϊστορικών χρόνων στην Κρήτη.

Τα εργαλεία, άλλωστε είχαν παραμείνει ίδια και απαράλλαχτα. Ένας ξύλινος, διπλός ποδοκίνητος τροχός. Ο κάτω τροχός, που ήταν και πιο μεγάλος, ήταν ο κινητήριος. Δηλαδή τον κινούσε με το πόδι του ο αγγειοπλάστης για να κινηθεί έτσι και ο πάνω τροχός, που συνδεόταν με τον κάτω με ένα άκαμπτο, κατακόρυφο άξονα.

Ο Καμπίτης καθόταν στον τροχό ξυπόλυτος, όπως κάνουν όλοι οι αγγειοπλάστες που έχω γνωρίσει, είτε στη Σίφνο αργότερα, είτε πρόσφατα στο Θραψανό, όπου σώζονται ακόμη ποδοκίνητοι τροχοί, δίπλα στους ηλεκτροκίνητους.

Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό, γιατί μικρός, μαθητής στο Δημοτικό, διετέλεσα βοηθός κατά καιρούς του Στελιανού του Καμπίτη σε κείνο το σταμνάδικο, θητεύοντας κατά τρόπο άμεσο σε μια αρχεγονική τέχνη, από τις πιο σπουδαίες στη διαδρομή του ανθρώπου.

Η Κύλικα του αγγειοπλάστη της αρχαιότητας, Εξηκία, με την παράσταση του Διόνυσου στο πλοίο, που βλάστησαν κληματαριές με σταφύλια στα άλμπουρά του.

 

Έκτοτε, κάθε φορά που διάβαζα για αγγειοπλάστες, έφερνα στο νου μου τον Καμπίτη το Στελιανό, κυρίαρχο, αδιαφιλονίκητο, τεχνουργό και μύστη στα άδυτα του πηλού.

Κοιτάζοντας έτσι μια φορά τη γνωστή Κύλικα του Εξηκία, με το σταφυλοκάταρτο καράβι του Διόνυσου και τα δελφίνια, αφαιρέθηκα μέσα στις σκέψεις, επιστρέφοντας  στο σταμνάδικο στου Καραβά, και σαν να έβλεπα αίφνης να σχηματίζεται και να ζωντανεύει μέσα από την Κύλικα, το πρόσωπο του Καμπίτη ολοζώντανο, όπως το ήξερα μικρός.

Πολλά χρόνια μετά, στις Αρχάνες, σε μια ανασκαφή του Αρχαιολόγου Γιάννη Σακελλαράκη, στα Ανεμόσπηλια, αισθάνθηκα δέος όταν στο χοϊκό αγγείο με τον ταύρο είχε σωθεί και το δακτυλικό αποτύπωμα του τεχνίτη που το έφτιαξε. Μια μοναδική ταυτότητα ενός ανθρώπου, που ερχόταν κάπου από το 1600 π.Χ.

 

Αγγειοπλάστης στον Θραψανό/ Foto: ΝΙΚΟΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ

 

Και πριν από λίγο καιρό, οι πιθαράδες από το Θραψανό, με ξανάβαλαν στον πανάρχαιο δρόμο του πηλού, με το μοναδικό τους μυσταγωγικό τρόπο.

Αυτοί οι τεχνίτες που κρατά η σκούφια τους από παλιά, θαρρείς και είναι δαμάτορες του χρόνου. Λίγο πριν πάω στα πιθαράδικα του Θραψανού γυρόφερνα για μια ακόμη φορά στο παλάτι της Κνωσού φωτογραφίζοντας τα τεράστια προϊστορικά πιθάρια, που κάμποση ώρα αργότερα είδα πολλά όμοιά τους να χτίζονται με την ίδια σοφία από τους τωρινούς μαστόρους.

 

Ο Ν.Ζ. μπροστά σε ένα από εκείνα τα περίτεχνα πιθάρια-αποθήκες, στο ανάκτορο των Μαλίων.
Foto: ΟΡΕΣΤΗΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ

 

Η επιστροφή στο σταμνάδικο της Λάστρου ήταν αυτόματη και με την ίδια επιμονή, που επιστρέφω σε κείνες τις παιδικές μνήμες του αγγειοπλάστη, κάθε φορά που υπάρχει ένα ανάλογο ερέθισμα.

Ο Στελιανός ο Καμπίτης ήταν ο Αρχάγγελος του Πηλού στη Λάστρο.

 Πέρα κι από τεχνίτης, θαρρώ πως ταιριάζει να πω σήμερα, πολλά χρόνια από τότε που το σταμνάδικο στου Καραβά είναι οριστικά παρελθόν, ότι ο Στελιανός ο Καμπίτης ήταν ένας μύστης, ιεροφάντης και ιερουργός μιας εξαίσιας τέχνης.

Εκείνα τα χρόνια βέβαια, το σταμνάδικο ήταν πρωτίστως μια ανάγκη, γιατί τα προϊόντα του όλα, σταμνιά, λεκανίδες, πιθάρια, λαήνια ήταν όλα τους είδη πρώτης ανάγκης. Αντικείμενα καθημερινής χρήσης. Το νερό, για παράδειγμα, κουβαλιόταν από τις βρύσες στο σπίτι με το σταμνί. Το λάδι αποθηκευόταν στα πιθάρια, όπως και το κρασί. Σε πιθάρια φυλάσσονταν ακόμη και διάφοροι καρποί ή γεννήματα, όπως το στάρι ή το κριθάρι και τα ξερά σύκα.

 

Ένα τεράστιο πιθάρι-αποθήκη από το ανάκτορο των Μλίων, με δυο σειρές λαβές, πάνω καικάτω/
Foto: ΝΙΚΟΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ.

 

Με δυο λόγια, ένα τυπικό Κρητικό σπίτι στα χωριά, μέχρι και τη δεκαετία του 1970 διατηρούσε ακόμη πολλές συγγένειες με ένα Μινωικό αγροτόσπιτο.

Η Λάστρος με αυτή την έννοια, είναι για μένα ένα πρότυπο, που με βοήθησε πολλές φορές να ταξιδέψω στην εποχή των Ανακτορικών χρόνων, στην Κνωσό, στη Φαιστό, στα Μάλια, στη Ζάκρο ή το Μόχλος.

Κανείς νεότερος στη Λάστρο δεν διακόνησε αυτή την αρχέγονη τέχνη μετά τον Καμπίτη. Αυτός ήταν ο τελευταίος μύστης.

Ο ίδιος, άλλωστε ήταν ο άνθρωπος που οργάνωνε με μαεστρία το κάθε τι σ’ αυτή τη δουλειά, που είχε πολλά στάδια και διαδικασίες μέχρι να μετατραπεί το χώμα σε πήλινο αγγείο.

Πρώτα απ’ όλα έπρεπε να διαλέξει το χώμα. «Είναι πολύ σοβαρή υπόθεση το χώμα που θα βρεις…». Είναι σαν να τον ακούω να το λέει.

Χρησιμοποιούσε τριών ειδών χώμα, που το αναζητούσε και το έβρισκε ο ίδιος.

·       Ένα άσπρο αργιλόχωμα, που το χρησιμοποιούσε κυρίως σε λεπτοκαμωμένα αγγεία ή το ανακάτωνε με κόκκινο αργιλόχωμα και το χρησιμοποιούσε στα σταμνιά. Αυτό το χώμα το έβρισκε συνήθως πίσω από το Λάζαρο, στη σκάρπα του αμαξωτού, πού ήταν τότε ακόμη χωματόδρομος.

·       Ένα σκούρο, σχεδόν μαύρο αργιλόχωμα και αυτό, το αναζητούσε στην περιοχή της Σαρακίνας. Ήταν θαρρώ το πιο δυσεύρετο, και όταν κατάφερνε να βρει κάποια ποσότητα δεν έκρυβε τον ενθουσιασμό του και το εγκωμίαζε δεόντως, δουλεύοντάς το στον τροχό. Από αυτό το μαυρόχωμα έφτιαχνε κυρίως πράγματα αντοχής.

·       Το κόκκινο αργιλόχωμα ήταν το πιο συνηθισμένο και το αναζητούσε σε διάφορες περιοχές, όπως στο Τζέτο και στους Καλογέρους, αλλά και στους Κολύμπους στο Πορτί.

Η επόμενη φάση ήταν να κοπανιστεί καλά αυτό το χώμα με ένα μεγάλο, ξύλινο κόπανο, στην αυλή του σταμνάδικου. Μια δουλειά κοπιαστική, που έπαιρνε καιρό, γιατί το χώμα κοσκινιζόταν κάθε τόσο και τα χοντράδια ήθελαν κοπάνισμα ξανά και ξανά.

Το κοπανισμένο χώμα το δοκίμαζε με τα δάκτυλα, τρίβοντάς το ανάμεσα στον δείχτη και τον αντίχειρα. Μόνο αυτός μπορούσε να πει πότε το χώμα ήταν καλό, δηλαδή έτοιμο, καλοκοπανισμένο για να μπορεί να γίνει πηλός.

 

Πιθάρι τοποθετημένο στη θέση που βρέθηκε, σε αποθήκη, στο ανάκτορο των Μαλίων.
Foto: ΝΙΚΟΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ

 

Αφού τελείωνε και το κοσκίνισμα, έπρεπε στη συνέχεια να μαλάξει το χώμα μέσα σε μια αυτοσχέδια δεξαμενή. Κι εδώ, ο τρόπος που έπρεπε να μαλαχτεί ο πηλός ήταν δουλειά ενός ανθρώπου που έπρεπε να έχει την απαιτούμενη εμπειρία.

Ο ίδιος ο αγγειοπλάστης ήταν κι εδώ ο απόλυτος γνώστης. Μάλασε ο ίδιος, αλλά παράλληλα έδινε διαρκώς οδηγίες και σ’ αυτούς που τον βοηθούσαν.

Σ’ αυτή τη φάση είχε μεγάλη σημασία η ποσότητα του νερού που έπεφτε καθώς μαλασσόταν το χώμα.

Ο πηλός έμοιαζε στην αρχή να είναι πολύ αραιός. Πρόσθετε λοιπόν κάθε τόσο κι από λίγο χώμα, για να μαλάσεται έτσι πολύ καλά. Μου φαινόταν πως ήταν κάτι ανάλογο με το ζύμωμα του ψωμιού, μόνο που εδώ ο πηλός δεν γινόταν ποτέ τόσο σφιχτός, όσο η ζύμη. Έμενε πολύ αραιός μέχρι το τέλος. Ένας χυλός που έπρεπε να παραμείνει στη δεξαμενή κάμποσες μέρες μέχρι να εξατμιστεί το νερό και να σφίξει έτσι ο πηλός από μόνος του σιγά-σιγά.

Μετά και από αυτή τη διαδικασία, και αφού ο πηλός έμενε για ένα διάστημα «να τραβήξει», άρχιζε μια ακόμη φάση, πολύ πιο σύντομη από τις προηγούμενες. Το χώρισμα του πηλού σε κομμάτια. Κάθε κομμάτι ήταν ανάλογο με το αγγείο για το οποίο προοριζόταν, σε ό,τι αφορά την ποσότητα του πηλού. Συνήθως, ετοίμαζε τόσα κομμάτια πηλού, όσα υπολόγιζε ότι θα μπορούσε να επεξεργαστεί στον τροχό και να τα πλάσει σε μια μέρα ή το πολύ και την επόμενη. Για να διατηρείται η υγρασία τους και να μη σκάει ο πηλός, σκέπαζε τα κομμάτια με βρεγμένες λινάτσες.

Σήμερα, οι περισσότεροι αγγειοπλάστες, αν όχι όλοι, χρησιμοποιούν έτοιμο πηλό. Μπορούν δηλαδή να τον πλάσουν στον τροχό τους, μόλις τον βγάλουν από τη συσκευασία του.

Είναι φανερό μέχρι τώρα ότι όλη αυτή η διαδικασία έχει ένα χαρακτήρα τελετουργικό, όσο και μια αίσθηση μυσταγωγίας. Ο αγγειοπλάστης, απόλυτος γνώστης των μυστικών που έχει ο πλάσιμος πηλός, δεν απέχει από του να είναι ένας μυσταγωγός, που διεξάγει με τάξη και σύνεση όλα όσα πρέπει για να φτάσει στο προκείμενο: να δημιουργήσει πάνω στον τροχό.

Ελπίζω να μην παραλείπω σπουδαία πράγματα από όλη αυτή τη μυσταγωγία, αν και θεωρώ ότι ένα μεγάλο μέρος της μαγείας οφείλεται και στον ίδιο τον αγγειοπλάστη, στη φυσιογνωμία του, δηλαδή, στη θυμοσοφία του και γενικά στον τρόπο που βλέπει ο ίδιος την τέχνη που διακονεί.

Ο Καμπίτης, πιστεύω, ήταν ένας  αυθεντικός δημιουργός, με έντονη προσωπικότητα.  Τα δημιουργήματά του ήταν σε παραδοσιακές φόρμες, με τη διαφορά ότι πάνω εκεί, στα αρχέγονα μοτίβα, έκανε προσθήκες ή αλλαγές σύμφωνα με την έμπνευσή του.

Ο ίδιος έλεγε συχνά ότι η δουλειά κάθε αγγειοπλάστη ξεχωρίζει και έχει τα προσωπικά χαρακτηριστικά του κάθε τεχνίτη. Δεν μπορούσα τότε να καταλάβω τι εννοούσε, ωστόσο μου έκανε εντύπωση πόσο σίγουρος ήταν όταν το έλεγε και το υποστήριζε σε όποιον δύσπιστο προσπαθούσε να το αμφισβητήσει.

Ο Καμπίτης είχε το πάθος του δημιουργού. Τη φλόγα. Το μεράκι. Τη διάθεση και την αγωνία της ασταμάτητης αναζήτησης, όπως και τη μανία της τελειότητας.

Τον είχα δει πολλές φορές να χαλάει κάτι που δεν του άρεσε. Ένα σταμνί, ή έστω κι ένα χοντρόπραμα, όπως είναι ένας σταμνοστάτης. Ο ίδιος ήταν πρώτος απ’ όλους και ο πιο αυστηρός κριτής των δημιουργημάτων του.

«Τα σταμνιά του Καμπίτη πρέπει να μιλάνε…»! Κάθε φορά που τον άκουγα να τη λέει αυτή τη φράση με εντυπωσίαζε. Ήταν μια διδαχή στην πράξη, για το νόμο της τελειότητας.

Έχω την αίσθηση ότι ο ίδιος βαθειά μέσα του είχε την πεποίθηση ότι δεν έκανε απλά μια δουλειά, αλλά ότι εξασκούσε μια τέχνη που έρχεται από πολύ παλιά και απαιτεί στην εντέλεια το μεράκι του δημιουργού.

Είναι αλήθεια, ότι στη διαδρομή της δικής μου ζωής, ο Καμπίτης στάθηκε ένας πολύτιμος δάσκαλος, από τον οποίο έμαθα πολλά πράγματα σε ένα μικρό σχετικά διάστημα, όταν ήμουν παιδί, αλλά που μου φάνηκαν χρήσιμα στη συνέχεια. Και το εξομολογούμαι με ειλικρίνεια.

 

Όστρακα από σπασμένα πήλινα αγγεία που έχουν φέρει στο φως οι αρχαιολογικές ανασκαφές.
Η φωτογραφία έχει τραβηχτεί από τον ΝΙΚΟ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗ στο Αρχαιολογικό Κέντρο της Παχιάς Άμμου.

 

Εκείνο το σταμνάδικο στου Καραβά, έχω τώρα πια όλο και πιο πολύ την αίσθηση ότι ήταν η μήτρα της γης, προσεγγίζοντας στο μέτρο του δυνατού την αίσθηση ενδεχομένως, ενός σεβίζοντα Μινωίτη. Το άντρο ή το Ιερό μιας Χθόνιας δύναμης.

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ο χώρος όπου λειτουργούσε ο τροχός είχε εν δυνάμει στοιχεία που χαρακτηρίζουν και μια σπηλιά. Το δάπεδο ήταν χωμάτινο και οι πέτρινοι τοίχοι ήταν απλά ασπρισμένοι, χωρίς να υπάρχει επίχρισμα, αλλά με τον καιρό, τα πιτσιλίσματα του πηλού είχαν εγκαταστήσει το δικό τους κράτος, επιβάλλοντας την αίσθηση που μπορεί να έχει κανείς σε μια σπηλιά, μυρίζοντας το χώμα και την υγρασία. Την ίδια αίσθηση έχω ακόμη, για παράδειγμα για τη σπηλιά στο Ζυγομόνερο ή μια άλλη σπηλιά στα Συγκομάλια.

Η ώρα του τροχού ήταν η ώρα της δημιουργίας. Όλος ο κόπος των προετοιμασιών άρχιζε να στροβιλίζεται πάνω στον τροχό μαζί με τον πηλό, που ήταν πια έτοιμος να πάρει σχήμα.

Λίγο πριν ανεβεί στον τροχό το κομμάτι του πηλού περνούσε από μια ακόμη δοκιμασία στα χέρια του αγγειοπλάστη. Τον χτυπούσε δυνατά πολλές φορές και τον ζύμωνε στα χέρια του.

Θυμάμαι μια χαρακτηριστική φράση από έναν αγγειοπλάστη στη Σίφνο, που έλεγε ότι την είχε ακούσει και αυτός από τους παλιότερους και την κουβαλούσε: «Ο πηλός αν δεν δαρθεί, κέραμος δε γίνεται»!

Έμενα ώρες μαγεμένος να παρακολουθώ τα δάχτυλα του αγγειοπλάστη, καθώς έπλαθαν τον πηλό. Μια ρέουσα εικόνα, με τον πηλό να χορεύει και να αλλάζει διαρκώς φόρμες και σχήματα, χωρίς σταματημό.

Τα μαγικά χέρια του τεχνίτη ήταν αυτά που καθόριζαν τα πάντα, δαμάζοντας τη φυγόκεντρο. Ο φυσικός νόμος σε αρμονία με το αισθητήριο του δημιουργού.

Σε ό,τι αφορά βέβαια τα σταμνιά δεν ήταν μόνο η αρμονία και το αισθητήριο του δημιουργού τους, αλλά καθ’ ότι αντικείμενο χρείας, έπρεπε να λειτουργεί καλά και σ’ αυτή την κατεύθυνση: να είναι δηλαδή γερό και να κάνει το νερό κρύο!

«Όταν βλέπεις και ιδρώνει το σταμνί, μη το φοβάσαι. Άκου με που σου το λέω. Το νερό θα ‘ναι μπούζι…»!

Το έλεγε αυτό με απόλυτη σιγουριά. Και μου φαίνεται ότι δεν έπεφτε έξω.

Ένα σταμνί που διατηρούσε δροσερό το νερό εκείνα τα χρόνια (τη δεκαετία του 1960 στη Λάστρο), που δεν υπήρχαν ακόμη ψυγεία στα σπίτια (ούτε καν εκείνα τα ξύλινα ψυγεία του πάγου), ήταν σπουδαία υπόθεση. Και τα σταμνιά του Καμπίτη, εκτός των άλλων, είχαν και αυτό το χάρισμα.

Εγώ θα προτιμούσα να μιλήσω για άλλες αρετές αυτής της αρχέγονης τέχνης, που ο Στελιανός ο Καμπίτης τη διακονούσε με άκρα ευλάβεια στο αγγειοπλαστείο του στου Καραβά.

Ο άνθρωπος αυτός ήταν ένας ζωντανός κρίκος στην αλυσίδα των μαστόρων που οδήγησαν αυτή την τέχνη με προσήλωση και ακρίβεια, από τα προϊστορικά χρόνια μέχρι τις μέρες μας.

Η συγκυρία το θέλει φαίνεται και σ’ αυτό το θέμα να είναι τυχερή η Λάστρος, που μόνο αυτή απ’ όλα τα άλλα γύρω χωριά διέθετε ένα σταμνάδικο, για να έχει έτσι καρφιτσωμένη στο προϊστορικό της όνομα και αυτή την προϊστορική τέχνη.

Άλλωστε, το γειτονικό Μόχλος και η επίσης γειτονική Ψείρα είχαν σπουδαία εργαστήρια αγγειοπλαστικής, από τα οποία έχουμε σήμερα θαυμάσια δείγματα αγγείων, που έχουν έρθει στο φως από τις αρχαιολογικές ανασκαφές.

 

Ένα πιθάρι από το Μόχλος με περίτεχνη διακόσμηση.

 

Είναι ανάγκη όμως κάπου εδώ να κάνω μια διευκρίνιση, που έχει να κάνει με το πραγματικό όνομα του μοναδικού αγγειοπλάστη που έζησε και δημιούργησε στη Λάστρο. Το πραγματικό του όνομα είναι Στέλιος Τζανιδάκης. Το όνομα Καμπίτης έχει να κάνει με την καταγωγή του από ένα χωριό που βρίσκεται στον κάμπο της Ιεράπετρας, το Κεντρί (Καμπίτης είναι ο άνθρωπος που ήρθε από τον κάμπο).

Το Κεντρί δεν είναι καθόλου τυχαίος τόπος για την κεραμουργεία και την τέχνη του πηλού. Είναι από χρόνια ένα κέντρο σπουδαίων αγγειοπλαστών, σταμνάδων κυρίως και πιθαράδων. Θα τολμούσα να πω ότι υπήρξε μέχρι πρόσφατα μια μεγάλη σχολή κλασικών αγγειοπλαστών με αποκλειστική σχεδόν επίδοση σε πήλινα χρηστικά αγγεία.

Με τον καιρό τα πράγματα έχουν αλλάξει. Τα σταμνιά και τα πιθάρια δεν είναι πια σε χρήση, παρά διακοσμούν συνήθως κάποια γωνιά του κήπου ή της αυλής ή κάνουν χρέη γλάστρας.

Πάει καιρός από τότε που υπήρχε νερουλάς σε κάθε βρύση του χωριού, για να ρυθμίζει τη διανομή του λιγοστού τότε νερού με τα σταμνιά. Τόσα σταμνιά η οικογένεια, ανάλογα με τα μέλη της.

Νομίζω πως βλέπω ακόμη τη Μεταξοπούλα να κάθεται στη βρύση στου Καραβά και να μετρά σταμνιά κι ανθρώπους.

Σήμερα πια δεν στέκει ούτε η βρύση, μια και έχει αλλάξει εκεί όλος ο τόπος.

Ήτανε φορές, κατακαλόκαιρο, που το νερό έσταζε σαν το δάκρυ και ήθελε ώρα να γεμίσει ένα σταμνί.

«Ορέ ανάθεμά το γείτονα και θαρρώ πως είναι πια πολλή η ρακή που τρέχει απ’ το καζάνι, παρά το νερό που βγάνει η βρύση…». Ο Πετραδομανώλης το ΄λεγε μια μέρα του πατέρα μου…

Με τα χρόνια, μου φαίνεται τώρα στη θύμησή του, πως το νερό απ’ το σταμνί ήταν πιο νόστιμο.

Το σταμνί με το σταμναγκάθι!

Εικόνες που επιστρέφουν, όπως και οι εικόνες με τον πηλό πάνω στον τροχό. Γιατί έχω την αίσθηση πως αυτή η εικόνα του σταμνιού με το σταμναγκάθι θα πρέπει να ήταν γνώριμη και στους τους Μινωίτες.

Αυτές οι εικόνες μοιάζουν να είναι παιγνίδια με το χρόνο. Ένα μονοπάτι που το ακολουθείς…

Ο πηλός είναι ένα ασφαλές μονοπάτι στην αιωνιότητα. Το πιο παλιό ίσως μονοπάτι στον ανθρώπινο πολιτισμό.

Το ίδιο αρχεγονική μου δίνει την αίσθηση ότι είναι και η εικόνα ενός παλιού σταμνάδικου, όπως ήταν αυτό στου Καραβά. Για περισσότερους από σαράντα αιώνες διατήρησε την αρχέτυπη μορφή του. Το ίδιο και οι τεχνίτες. Ο Καμπίτης θα μπορούσε με βεβαιότητα να είναι ένας Μινωίτης στα εργαστήρια της Ψείρας ή του Μόχλου.

Το παράπονό του, που το έλεγε συχνά, ήταν ότι δεν φαινόταν να υπάρχει ένας συνεχιστής στην τέχνη του. Ένας διάδοχος. Και ο ίδιος άλλωστε την εγκατέλειψε μάλλον νωρίς αυτή την τέχνη. Άλλαξε ο καιρός και μαζί οι συνήθειες της ζωής και των ανθρώπων. Τα σταμνιά δεν είχαν πια μεγάλη ζήτηση, μέχρι που εντελώς ξαφνικά, μέσα σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα (μερικών μόνο χρόνων) πέρασαν στο περιθώριο.

Εκεί, στη δεκαετία του 1960 οι αλλαγές έγιναν πάρα πολύ γρήγορα. Ίσως και να έφαγε μια γερή τούμπα ο πολιτισμός. Εξαρτάται από ποια σκοπιά βλέπει κανείς αυτά που αλλάζουν.

Μια πανάρχαια τέχνη πέρασε στην ουσία στο περιθώριο από τη μια στιγμή στην άλλη.

 

Αγγείο με καταπληκτική θαλασσινή διακόσμηση από την Ψείρα.
Ο ζωγραφικός του διάκοσμος είναι κοχύλια, χταπόδια, φύκια και δίχτυα ψαράδων.

 

Είχα ένα μικρό σταμνάκι από κείνη την εποχή, που το διατηρούσα ως κόρη οφθαλμού για πολλά χρόνια. Από ένα σημείο και μετά όμως, έχασα τα ίχνη του. Ηταν ένα λαήνι, που το είχα φτιάξει σχεδόν μόνος μου. Μου πήρε πολύ καιρό για να μάθω να κάνω τον πηλό να σηκώνεται πάνω στον τροχό.

Ο Καμπίτης ήταν καλός δάσκαλος, όταν είχε υπομονή. Μου έδειχνε πώς να βάζω την παλάμη μου από τη μια και από την άλλη πώς να κάνω με τα δάχτυλα ψηλά, πάνω στο τελείωμα του πηλού, για να αρχίσει να κλείνει λίγο-λίγο και να σχηματιστεί ο λαιμός. Αυτό ήταν το πιο δύσκολο. Πάνω που πήγαινε να τελειώσει όμως, κάτι πήγαινε στραβά και το ‘παιρνε ο διάολος. Θέλει τέχνη και κόλπο να κάνεις τον πηλό να υπακούσει…

Τα τελειώματα ενός αγγείου, μικρού ή μεγάλου, από ένα σταμνί δηλαδή, μέχρι ένα πιθάρι, ήθελαν περισσότερη προσοχή. Πολλές φορές απαιτούσαν και ένα διάκοσμο, έστω και υποτυπώδη. Μερικές φορές όμως, αυτός ο διάκοσμος ήταν περίτεχνος και απαιτούσε μια ιδιαίτερη ενασχόληση από τον αγγειοπλάστη. Τα «αυτιά» (οι λαβές) των αγγείων ήταν και αυτά μια ξεχωριστή δουλειά. Αυτά στερεώνονται πάνω στο αγγείο, αφού ολοκληρωθεί η κατασκευή του, αλλά πριν ακόμη στεγνώσει και ξεραθεί ο πηλός.

Μετά την κατασκευή τους στον τροχό, τα αγγεία έπρεπε να περάσουν μια μάλλον αργή και χρονοβόρα διαδικασία στεγνώματος στον ήλιο και στη σκιά, πριν ετοιμαστούν για να μπουν στο καμίνι.

Ο πηλός έπρεπε να είναι στεγνός σε όλο το πάχος του, στα τοιχώματα του αγγείου, ώστε να μην πάθει ρωγμές από την υψηλή θερμοκρασία που αναπτύσσεται στο καμίνι.

Ετσι, τα αγγεία, καθώς τα έπαιρνε τελειωμένα ένα-ένα από τον τροχό, τα τοποθετούσε σε τάβλες, όπως τοποθετούσαν και τα ψωμιά πριν τα φουρνίσουν. Αυτές τις τάβλες με τα άψητα ακόμη αγγεία τις μπαινόβγαζε στον ήλιο για να «τραβήξει», όπως έλεγε, ο πηλός και να ξεραθεί.

Χτυπώντας τα ελαφρά με τα κότσια των δακτύλων του, υπολόγιζε αν είχε ξεραθεί όσο έπρεπε ο πηλός, ώστε να πάρουν σειρά για το καμίνι.

Τα ντανιασμένα αγγεία, που περίμεναν να πάρουν το δρόμο του καμινιού ήταν για μένα ένα εντυπωσιακό θέαμα. Δεν χόρταινα να τα βλέπω, να τα παρατηρώ στις λεπτομέρειές τους. Πρόσεχα τον τρόπο που τα ντάνιαζε.  Οι κινήσεις του αγγειοπλάστη ήταν ανάλαφρες, αλλά αποφασιστικές. Ηταν ο ίδιος τρόπος, που σήκωνε το κάθε αγγείο από τον τροχό για να το τοποθετήσει στην τάβλα, και μετά, αφού είχε πια ξεραθεί, το έπαιρνε για να το ντανιάσει μαζί με τα άλλα. Δεν θα μπορούσε, φαντάζομαι, να την κάνει οποιοσδήποτε αυτή τη δουλειά. Ο Καμπίτης ήταν ο μαέστρος.

 

ΝΙΚΟΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ

Αθήνα, 5 Οκτωβρίου 2006

 

 

Υ.Γ. Ελπίζω να έχω αποδώσει πιστά όσα θυμάμαι από αυτή την ευτυχή θητεία των παιδικών μου χρόνων στο εργαστήρι αυτού του ανθρώπου, που τον θαύμαζα απεριόριστα για τη δεξιοτεχνία του σ’ αυτή τη σπουδαία τέχνη και σήμερα διατηρώ τη μνήμη του με σεβασμό και ευλάβεια.

Ν.Ζ.

 

Αγγειοπλαστείο στο Θραψανός/Foto: ΝΙΚΟΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ

 

 

 



zervonikolakis.lastros.net   Επιστροφή στην αρχική σελίδα