Κείμενα και φωτογραφίες:

ΝΙΚΟΣ  ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ

Υρια Νάξου

ΑΚΟΛΟΥΘΟΣ ΤΟΥ ΔΙΟΝΥΣΟΥ

 

Κικλήσκω Διόνυσον ερίβρομον, ευαστήρα,

πρωτόγονον, διφυή, τρίγονον, Βακχείον άνακτα,

άγριον, άρρητον, κρύφιον, δικέρωτα, δίμορφον,

κισσόβρυον, ταυρωπόν, Αρήιον, εύιον, αγνόν,

ωμάδιον, τριετή, βοτρυηφόρον, ερνεσίπεπλον.

 

ΟΡΦΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ ΣΤΟΝ ΔΙΟΝΥΣΟ ( στίχοι 1-5),

Θυμίαμα με στύρακα.

 

Τον Διόνυσο καλώ, τον βροντερό ευαστήρα,

τον πρωτογόνο, δισυπόστατο, τριγέννητο, Βακχευτή Βασιλιά,

άγριο, ανωμολόγητο, απόκρυφο, δικέρατο, δίμορφο,

κισσοστεφανωμένο, ταυρόμορφο, Αρειο, των ¨ευοί¨, αγνό,

ωμοφάγο, τριετογιόρταστο, σταφυλοφόρο, ερνοσκέπαστο.

 

Ναός του Διόνυσου στα Υρια της Νάξου. Foto: ΝΙΚΟΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ

 

Μέ ήχους απ’ αυτές τις λέξεις θροϊζουν οι καλαμιές στα Υρια της Νάξου, καλώντας τον αρχαίο θεό να φανεί στο ναό του. Βακχότοπος μοναδικός και απαράλλακτος, σταφυλοφόρος, απόκρυφος, μυστικός και ερνοσκέπαστος.

Λες και το πνεύμα του ωραίου αρχαίου θεού με τους βοστρύχους, δεν εγκατέλειψε ποτέ αυτό το Ναό, από τα Γεωμετρικά του χρόνια, ώς το ρείθρο του 21ου αιώνα και οι Μαινάδες του είναι έτοιμες να ξεχυθούν ανάμεσα απ’ τις καλαμιές, με τα δαιμονικά «ευοί», καθώς τις ξεμαλλιάζει ο αέρας του Ιουλίου.

Από την κορυφογραμμή του Ζα ξεπροβάλλει το μεγάλο, στρογγυλό φεγγάρι του Θερινού Ηλιοστασίου, μήνα Ιούλιο, με όποια αξία μπορεί να έχει ακόμη αυτή η Πανσέληνος στις τροπές του ήλιου.

Μαγευτική ή μαγική!

Σε μικρή απόσταση, στα δυτικά εκτείνονται οι απέραντες, ξανθές αμμουδιές του Αγίου Προκόπη, της Αγίας Αννας, της Πλάκας, μέχρι κάτω στο Αλυκό. Βακχεία καλοκαιρινά, ολημερίς και ολονυχτίς, κρατώντας ακμαίο με τον τρόπο τους το πνεύμα του Βακχευτή Θεού, που ορχείται.

Είναι αυτό που θέλει να βλέπει κανείς ή αυτό που πραγματικά βλέπει;

Τα παιχνίδια με τους μύθους και την πραγματικότητα αποβαίνουν, συνήθως, με πολλούς τρόπους καρποφόρα, αν δεν πνίγεται κανείς σε ανόητες ιεροκρυφιστικές λεπτομέρειες, ικανές να «κρύψουν» κι αυτό ακόμη το μεγάλο στρογγυλό φεγγάρι, που ταξιδεύει μεγαλοπρεπές στον σκούρο μπλε της νύχτας ουρανό.

 

Ο τόπος αυτός δίνει από μόνος του το αρχαίο μέτρο, διαβάζοντάς τον, όπως και τον Ορφικό Υμνο στο Θεό, σ’ αυτά εδώ τα ερείπια του αρχαίου Ναού.

Εκανα υποθέσεις, αν ο νεαρός ταύρος που κρεμούσε το κεφάλι του απ’ το φράκτη στο διπλανό βουστάσιο, προσπαθούσε σκόπιμα να μου θυμίζει τον «ταυρωπό», το θεό με την όψη του ταύρου, που το μουκανητό του ταιριάζει κι αυτό με του «ερίβρομου»  (βροντόηχου) θεού το άκουσμα.

Κι ακόμη, εκείνη η λέξη από τον Υμνο: «Ερνεσίπεπλος», δεν βρίσκει θαρώ τρόπο καλύτερο να μεταφραστεί, από το να σταθείς μπροστά σε τούτο το βωμό και να στρέψεις το βλέμμα στη φύση που τον περιβάλλει.

«Ερνος» σε μια γενική μετάφραση είναι ο θαλλός, ο νεαρός βλαστός, που κουβαλά μέσα του ζωή σφύζουσα. Ορισμένοι τον εξειδικεύουν σε βλαστό ελιάς. Και υπάρχουν κι εκείνοι, που σκάβοντας βαθιά στο χρόνο, περνώντας το προϊστορικό σύνορο, διαβάζουν τη λέξη «ερινεός» και αποδίδουν αυτό τον νεαρό βλαστό στην αγριοσυκιά, το «Ιερό Δέντρο» της Θεάς με τον λατρευτή της.

Το Ιερό του Διόνυσου στα Υρια της Νάξου είναι κυκλωμένο και από ελιές και από «ερινεούς» (αγριοσυκιές). Μάλιστα, αυτή η αρχαία λέξη, στις Κυκλάδες και στην Κρήτη διατηρεί τον αρχαίο ήχο της με μια ανεπαίσθητη παραλλαγή. Η αγριοσυκιά λέγεται ορνός, ή όρνιος. Και στις δυο περιπτώσεις ο αρχαίος ήχος είναι καθαρός, σχεδόν κρυστάλλινος!

Κι αυτός ο Ναός έρχεται από ένα μεγάλο βάθος χρόνου, τόσο στην πρώτη από τις τέσσερις ευδιάκριτες σήμερα μορφές του, όσο και στην πιθανότητα να προϋπήρχε του πρώτου Γεωμετρικού Ναού σ’ εκείνο το μέρος, ένας πρωϊμότερος τόπος λατρείας, που ενδεχομένως να άγγιζε τις τελετές της προϊστορικής δεντρολατρείας.

Τα ίδια τα σημάδια του τόπου δεν το αποκλείουν. Και αυτό είναι το εκπληκτικό εδώ στα Υρια, ότι δηλαδή μπορείς να «διαβάσεις» τον ίδιο τον τόπο στην αρχεγονική «μυστική» ή και «μυστηριακή» του διάσταση.

Αυτή είναι και η αξία που έχει αυτός ο ευανάγνωστος χώρος, δίνοντάς σου με ακρίβεια το σκηνικό ενός τελεστήριου τόπου βακχείας.

Ο προϊστορικός «δεντροτινάχτης» μοιάζει να είναι αυτός που αργότερα θα γίνει «θυρσοτινάχτης» του Διόνυσου.

Γιατί, ποιός στ’ αλήθεια μπορεί να είναι αυτός ο θεός που περιγράφεται στον Ορφικό Υμνο με τόσο καθοριστικά προσδιοριστικές λέξεις, όπως αυτές: «Ωμάδιος» (ωμοφάγος), «Δίκερως» (δικέρατος), «άρρητος» (ανωμολόγητος), «κρύφιος» (απόκρυφος, μυστικός), «ταυρωπός» (με όψη ταύρου);

Δεν χρειάζεται να γυρέψει κανείς αλλού γι’ αυτά όλα τα χαρακτηριστικά, παρ’ εκτός στη Μινω-Μυκηναϊκή λατρεία.

Για τη Νάξο ειδικά, υπάρχει ακόμη ένας λόγος, που επιβάλλει αυτή την καταφυγή στον ανακτορικό πολιτισμό της Κρήτης. Και αυτός ο λόγος είναι ο μύθος του Θησέα, της Αριάδνης και του Διόνυσου.

Με δυο λόγια, αυτός ο μύθος θέλει τον Θησέα να εγκαταλείπει στη Νάξο την Αριάδνη, επιστρέφοντας από την Κρήτη στην Αθήνα. Και εκεί τη βρήκε ο Διόνυσος και την παντρεύτηκε, καταστερίζοντας μάλιστα στον ουρανό το γαμήλιο στεφάνι τους απ’ αυτό τον (Ιερό;) γάμο, που έχει σήμερα το όνομα «Βόρειος Στέφανος».

Ο γάμος του Διόνυσου και της Αριάδνης στη Νάξο.

Πάνω από το κεφάλι της Αριάδνης

διακρίνεται το στεφάνι με τα χρυσά άστρα (Βόρειος Στέφανος).

Πίνακας του Τιντορέτο (1577), που βρίσκεται στη Βενετία.

 

Το όνομα Αριάδνη, περιέργως, περιέχει ένα από τα επίθετα του Διόνυσου. Μεταξύ των άλλων, ο λατρευτής του θεού, στον Ορφικό Υμνο, τον επικαλείται και με το επίθετο «αγνός». Αλλά το «αγνός» είναι το δεύτερο συνθετικό του ονόματος της Αριάδνης, που είναι: Αρι-άγνη και γίνεται Αρι-άδνη.

Ασφαλώς και δεν πρόκειται για ένα παιχνίδι με τις λέξεις.  Ο «ταυρωπός» θεός είναι προφανές ότι «ενσαρκώνεται» την προϊστορική «Κόρη» της «Μεγάλης Μητέρας Θεάς» και δεν είναι τυχαίο ασφαλώς ότι ο Διόνυσος είναι ο μοναδικός θεός που έχει ακολουθία γυναικών στην οργιαστική του λατρεία, τις Μαινάδες.

Η Νάξος είναι έτσι ο τόπος όπου σταμάτησε η Μεγάλη Μητέρα Θεά και η λατρεία της.

Ο Θησέας, πέρα από την πρώτη ανάγνωση του μύθου για τον Μινώταυρο, είναι γιος μιας Ιέρειας φεγγαροθεάς στο Αργος, της Αίθρας, όπως είναι και η Πασιφάη (Ολόφωτη, Πανσέληνος) μια Ιέρεια της θεάς στην Κρήτη. Τα ονόματα αυτών των γυναικών δεν είναι τυχαία.

Κι αυτός ο γιος της Ιέρειας της Φεγγαροθεάς, γίνεται ο εξολοθρευτής της παλιάς λατρείας. Εγκαταλείπει τη μάνα του, κυνηγάει τις Αμαζόνες και «σκοτώνει» τον «Μινώταυρο» στο Λαβύρινθο της Κνωσού.

Είναι μάλλον αφελές να πιστεύει κανείς ότι μπορεί να υπήρχε ποτέ ένας σαρκοβόρος ταύρος στην προϊστορική Κρήτη, έχοντας στοιχειωδώς υπ’ όψη του τον φυσιοκρατικό χαρακτήρα της λατρείας στην Κνωσό.

Θα έπαιρνε χώρο πολύ να μπούμε σ’ ένα «Λαβύρινθο» για το ποιός μπορεί να είναι αυτός ο Ιερός Ταύρος της Κνωσού και τί «σκότωσε» τελικά ο Θησέας.

Ενας γειτονικός και σύγχρονος πολιτισμός με εκείνον της Κνωσού, δίνει αβίαστα την εξήγηση, για το τί μπορεί να σημαίνει αυτός ο ταυροκέφαλος «ένοικος» του Κρητικού Λαβυρίνθου. Ο πολιτισμός της Φαραωνικής Αιγύπτου, με τον οποίο η Κνωσός έχει διαπιστωμένες εμπορικές πολιτισμικές και άλλες σχέσεις. Εκεί υπάρχει ένας Ιερός Ταύρος, ο Αππις, στη Μέμφιδα, το ακριβές (σχεδόν) παράλληλο του Ιερού Ταύρου της Κνωσού.

 

Απεικόνιση σε άγαλμα του θεού Αππι της Φαραωνικής Αιγύπτου, με κεφάλι ταύρου.

Η ομοιότητά του με τον σύγχρονό του Κρητικό Μινώταυρο, είναι πέρα από εμφανής.

 

Από την Μέμφιδα προέρχεται και η μοναδική απεικόνιση κάτι ανάλογου με τον Μινώταυρο και δεν είναι άλλος από τον θεό Αππι, με ανθρώπινο σώμα και κεφάλι ταύρου. Συνηθισμένη απεικόνιση άλλωστε των θεοτήτων της Φαραωνικής Αιγύπτου, με ζωομορφικά κεφάλια.

Σε ένα πλήθος ανασκαφών στην Κρήτη δεν ήρθε στο φως ούτε μια τέτοια απεικόνιση, που να αποδίδεται στις προ-Μυκηναϊκές ανακτορικές περιόδους. Ολες οι απεικονίσεις του Μινώταυρου που υπάρχουν είναι μεταγενέστερες.

Αντίθετα, από τον ανακτορικό πολιτισμό της Κνωσού έχουν έρθει στο φως ανασκαφικά ένα πλήθος αντικείμενα και απεικονίσεις που αφορούν τη λατρεία του Ιερού Ταύρου.

Οπως έχουν έρθει στο φως και αντικείμενα ή απεικονίσεις που δείχνουν ότι ο λατρευτής του Λαβυρίνθου πρέπει να φορούσε στο κεφάλι του μια μάσκα-κουκούλα ταύρου.

Ακόμη, μια απόπειρα ερμηνευτικής προσέγγισης της λέξης Μινώ-ταυρος,  αποδίδει το πρώτο συνθετικό της λέξης στην ονομασία του φεγγαριού με τη λέξη Μήνη. Μήνη-Ταύρος, Μινώταυρος. Δηλαδή, ο Ταύρος του Φεγγαριού. Μια εξήγηση που ταιριάζει τουλάχιστον στο χαρακτήρα της λατρείας στην προϊστορική Κρήτη των ανακτορικών χρόνων.

Ετσι, αποκτούν αυτομάτως νόημα και τα επίθετα που προσδιορίζουν τον Διόνυσο: Δίκερως και Ταυρωπός.

Από την ίδια αυτή ονομασία του φεγγαριού προέρχεται και η σημερινή λέξη «μήνας», δηλώνοντας μαζί και την αρχική του καθιέρωση από την διάρκεια του Ιερού Κύκλου του φεγγαριού, στην προϊστορική λατρεία.

 

 

Αυτές ήταν οι σκέψεις που έκανα εκεί στα «θρανία» του θεάτρου στο Ιερό των Υρίων όταν άκουσα πίσω μου μια φωνή να μου εξηγεί τί είναι ο Ναός που βλέπω μπροστά μου.

Ηταν ο Μηνάς, ο νεαρός φύλακας του αρχαιολογικού χώρου, και τον άφησα να με ξεναγήσει:

 

·       Ο Γεωμετρικός Ναός των Υρίων θεμελιώνεται στις αρχές του 8ου π.Χ. αιώνα πάνω σε μια λίθινη βάση, ενώ η ανωδομή του είναι από ωμές πλίνθους.

·        Στη θέση του αρχικού Ναού θεμελιώνεται ένας δεύτερος, Γεωμετρικός και αυτός, του 730 π.Χ. Αυτή τη φορά οι τοιχοδομές είναι από πέτρα, υπάρχουν ξύλινα στηρίγματα της στέγης, που πατάνε πάνω σε μαρμάρινες πλάκες.

·        Ο τρίτος Ναός που οικοδομείται στην ίδια θέση, τους αρχαϊκούς χρόνους (γύρω στο 670π.Χ.), έχει κι αυτός λίθινες τοιχοδομές και στηρίγματα πάνω σε μαρμάρινες βάσεις..

·       Ο τέταρτος κατά σειρά Ναός στην ίδια θέση με τους προηγούμενους είναι Ιωνικός, του 575-550 π.Χ. Η πρόστασή του, οι τοίχοι και οι κολώνες του είναι από μάρμαρο.

Είναι από τις ελάχιστες φορές που έχω μπροστά μου ένα φύλακα αρχαιολογικού χώρου, ο οποίος ξέρει με ακρίβεια τί φυλάει. Ξέρει το χώρο, έτσι που να είναι οικοδεσπότης του. Πρωτίστως, γνωρίζει τα της λατρείας σ’ αυτό το Ναό και η συζήτηση μαζί του έχει ενδιαφέρον, όσο και η προθυμία του να βοηθήσει τους επισκέπτες αυτού του χώρου να καταλάβουν πού βρίσκονται.

Ενας ζωντανός ακόλουθος του Διόνυσου.

«Πρόπολος Θεού».

Αλλά και διάκονος του Ναού. Είναι ο πιο φροντισμένος αρχαιολογικός χώρος που έχω δει. Κι αυτό χάρις στο μεράκι του Μηνά, που δεν είναι καν μόνιμος αρχαιοφύλακας, αλλά έκτακτος. Ο Μηνάς Κουφόπουλος, 25 χρονών. Οποια ώρα και να πας θα τον βρεις να ασχολείται, να βγάζει χόρτα, να καθαρίζει, να βάφει.

Μηνάς Κουφόπουλος.

Αρχαιοφύλακας στο Ναό του Διόνυσου, στα Υρια της Νάξου.

 

Ακουμπά με την παλάμη του ένα μάρμαρο με σκαλισμένο πάνω του το όνομα του Ιούλιου Καίσαρα. Στους Ρωμαϊκούς χρόνους αυτός ο Ναός είχε αφιερωθεί διαδοχικά στον Ιούλιο Καίσαρα και αργότερα στον Μάρκο Αντώνιο. Τα αγάλματα και των δύο είχαν στηθεί εδώ στα Υρια. Και οι δυο έφεραν στο όνομά τους την προσθήκη «Νέος Διόνυσος».

Ο Ναός είναι τρίκλιτος, με αξονα από Βορρά προς Νότο. Με το άδυτό του στο Βορρά και την είσοδο στο Νότο.

Τα κτίσματα που υπάρχουν δυτικά του Ναού στέγαζαν τα μαγειρεία, μια αίθουσα συμποσίου και συνεστιάσεων, αποθήκες και άλλους μικρούς βοηθητικούς χώρους.

Στα δυτικά του Ναού σώζεται ακόμη ένα υπέροχο κτιστό πηγάδι με πέτρινο πάτο και βάθος πέντε μέτρων. Ενα κομψοτέχνημα κατασκευής από κοίλες λαξεμένες πέτρες.

Ανατολικά του Ναού υπάρχει ένα μικρό θέατρο με αναβαθμούς, που βλέπει σε μια αυλή.

Αυτή η κοιλάδα του Διόνυσου είναι και σήμερα το ίδιο χαρακτηριστική για τη λατρεία του Νυκτέλιου Θεού. Βάτα, καλαμιές, αμπέλια, ελιές,  συκιές και λόχμες. Πλούσια βλάστηση, τέτοια που αρμόζει στον «ερνεσίπεπλο» θεό...

 

 

Ο Βορράς είναι που κάνει να σαλεύουν τα καλάμια με ένα θρόϊσμα αψύ, όπως τ’ αρχαία τραγούδια των Μαινάδων.

Με τους ήχους του γρύλου, ορχείται ο Χορός των Βακχών, που ξεχύνεται έτσι ασυγκράτητος από τους καλαμιώνες και τα βάτα, σείοντας τους θύρσους.

 

Φρυγίων εξ ορέων Ελλάδος εις

ευρυχόρους αγυιάς, τον Βρόμιον»

«Ιτε Βάκχαι, ίτε Βάκχαι,

Βρόμιον παίδα θεόν θεού

Διόνυσον κατάγουσαι

 

ΕΥΡΙΠΊΔΗΣ: Βάκχαι (στίχοι: 83-87).

 

( Εμπρός Βάκχες, εμπρός Βάκχες,

τον Βροντερό θεό, παιδί θεού,

τον Διόνυσο οδηγείστε

 από τα Φρυγικά βουνά, στης Ελλάδας

 τους ευρύχωρους δρόμους ).

 

Στο δώμα του ουρανού ανεβαίνει ένα φεγγάρι από κασίτερο, γεμάτο φως, σκορπώντας μυστικά «φωτίσματα» στους ήχους της νύχτας, που είναι απόκρυφοι κι έχουν τη χάρη του θεού.

Φιλιά κι αγγίγματα, κατά το έθος των ενστίκτων. Ηδονές και έρωτες των «αρρήτων». Μυστικά.

 

«Ερχου, λοιπόν, νυκτοδρόμε...»!

 

Σαν αεράκι, έστω, που σαλεύει τα νερά της θάλασσας και τρεμοπαίζουν τ’ άστρα του ουρανού. Μια θόα ή ένα χάδι του πανάρχαιου θεού που αγρυπνά εδώ, στο βωμό των Υρίων, με της Φύσης τα θέσμια.

 

«ταυρόκερως Μήνη, νυκτιδρόμε, ηεροφοίτι»

(ταυροκέρατο φεγγάρι, που νυκτοπερπατείς, αεροπαρμένο).

 

Αλλη μια απόδειξη, αυτό το «ταυρόκερω» φεγγάρι του Ορφικού Υμνου, για τον «ταυρωπό» Διόνυσο και την καταγωγή του, από τις προϊστορικές λατρείες της Μητέρας Θεάς.

 

 

Εδώ, στη Νάξο, μοιάζει να πήρε φάλτσο ένας αρχεγονικός πολιτισμός του προϊστορικού Αιγαίου και της Κρήτης, για να γεννηθεί ένας καινούριος στην Αθήνα. Η Κόρη της Μεγάλης Μητέρας Θεάς, γίνεται Κόρη του Δία, γεννημένη μάλιστα από το κεφάλι του, η Αθηνά, καταργώντας τον οργιαστικό Ιερό Γάμο και της φύσης τα θέσμια. Ο υπέρτατος φυσικός νόμος καθυποτάσσεται στη «λογική».  Αλλάζει χέρια η εξουσία κι από των γυναικών περνά στους άντρες. Ακόμη και ο θεός-κρίκος ανάμεσα στην παλιά λατρεία και τη νέα, μοιάζει ερμαφρόδυτος, (αυτός ο «διφυής» και «δίμορφος» Διόνυσος του Υμνου), για να κρατάει αυτός ο θεός από δυο φύτρες.

Ο κόσμος αλλάζει.

Και μοναχά στον ουρανό τις νύχτες λάμπει ακόμη ο «Βόρειος Στέφανος», του θεϊκού γάμου το στεφάνι.

 

Υρια/Νάξος: Ιερό του Διόνυσου. Foto: ΝΙΚΟΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ



zervonikolakis.lastros.net   Επιστροφή στην αρχική σελίδα