Ο ΜΕΓΙΣΤΟΣ ΚΟΥΡΟΣ

Στον Υμνο των Κουρήτων

 

Κείμενα και φωτογραφίες

ΝΙΚΟΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ

 

«Μέγιστε Κούρε χαίρε μοι,

Κρόνιε, παγκρατές γάνους»

 

Δύσκολα μπορεί να αμφιβάλει κάποιος πως έχουμε να κάνουμε με ένα λατρευτικό κείμενο, που όπως το ίδιο αναφέρει ρητά, αναπέμπεται από τους λατρευτές σε μια κορυφαία στιγμή της λατρείας, όπως είναι η επιφάνεια-φανέρωση της ίδιας της θεότητας, προς την οποία και απευθύνεται αυτός ο Υμνος.
Μένει ωστόσο το ερώτημα, ποιός μπορεί να είναι ο Μέγιστος Κούρος, που επικαλείται.
Η κυρίαρχη θεότητα στην Ανακτορική περίοδο της Κρήτης, την περίοδο δηλαδή απ’ όπου κατάγεται χρονικά ο Υμνος, όπως επισημαίνουν οι αρχαιολόγοι, ανασκαφείς, που τον έφεραν στο φως, είναι γυναικεία, και είναι η «Μεγάλη Μητέρα Θεά».

Ειδώλιο από τερρακόττα,
που απεικονίζει τη Μεγάλη Μητέρα Θεά

 

Γεγονός είναι όμως ότι στην Κνωσό λατρεύονται και άλλες θεότητες, μεταξύ των οποίων και μια (τουλάχιστον) ανδρική θεότητα, με το όνομα Βέλχανος, και πρόκειται για μια χθόνια, βλαστική θεότητα.
Δεν υπάρχει όμως αμφιβολία, διαβάζοντας προσεκτικά το κείμενο του ύμνου ότι και ο Μέγιστος Κούρος μοιάζει να είναι μια βλαστική θεότητα, τη στιγμή που οι λατρευτές του, τον επικαλούνται για να κάνει να καρπίσουν τα σπαρτά και να είναι καλή η σοδειά τους.
Είναι ταυτόχρονα και μια χθόνια θεότητα, μια και ρητά από το κείμενο του ύμνου δηλώνεται η φανέρωσή της στη γη, εκεί στη Δίκτη, όπως κάθε χρόνο.
Συνεπώς, ο Βέλχανος της Κνωσού με τον Μέγιστο Κούρο του ύμνου, έχουν τουλάχιστον αυτά τα δυο κοινά σημεία. Είναι δηλαδή και χθόνιες και βλαστικές θεότητες.
Στο κείμενο του ύμνου γίνεται σαφές ότι ο Μέγιστος Κούρος δεν είναι η υπέρτατη θεότητα, αφού, παρόντος και του Κούρου («αμφι βωμόν ευερκή», «αείδομεν τεόν»), υμνωδείται η ύψιστη θεότητα.
Με τη λέξη «τεόν», χωρίς άλλη επισήμανση, όπως θα δήλωνε ένα άρθρο για παράδειγμα μπροστά από το ουσιαστικό, δεν γνωρίζουμε αν η υπέρτατη αυτή θεότητα προς την οποία αναπέμπουν τον ύμνο τους οι λατρευτές, είναι αντρική ή γυναικεία. Η έκφραση «τον τεόν», σε άλλους ύμνους, που έχουν και αυτοί μια προϊστορική καταγωγή, είναι το ίδιο σχεδόν συνηθισμένη με την έκφραση «την τεόν».
Το ίδιο το κείμενο, ωστόσο, μας δηλώνει ότι αυτός ο Μέγιστος Κούρος είναι γιος του Κρόνου (Κρόνιε). Μόνο που ο Κρόνος, κάθε άλλο παρά βλαστικός θεός είναι.
Μια πιθανή εκδοχή είναι, ο Υμνος αυτός σε μια παλαιότερη εποχή από αυτή που χρονολογείται το συγκεκριμένο κείμενο, να απευθυνόταν στη Μεγάλη Μητέρα Θεά. Και όταν πια η Μεγάλη Μητέρα Θεά έπαψε να είναι η κυρίαρχη θεότητα, έπαψε και ο Υμνος να αναφέρεται σ’ αυτήν, και έκτοτε να αναφέρεται στην εκάστοτε νέα ύψιστη θεότητα, που ερχόταν στο προσκήνιο.
Αλλωστε, το κείμενο αυτό κάνει σαφές και φανερό από την ανακάλυψή του, ότι έχει μεταγραφεί από κάποιο προγενέστερο.
Το περιεχόμενο, η ουσία του Υμνου, και οι λόγοι για τους οποίους οι λατρευτές επικαλούνται αυτή την Θεότητα, θα ταίριαζαν πάντως, περισσότερο στη Μεγάλη Μητέρα Θεά, παρά στον Κρόνο, καθώς οι λατρευτές αυτοί από τα αιτήματά τους και μόνο φαίνεται ότι προσφεύγουν σε μια θεότητα της φύσης, από την οποία περιμένουν τα αγαθά, που απαριθμούν.
Εν πάσει περιπτώσει, αυτό που ενδιαφέρει είναι ότι ο Μεγάλος Κούρος είναι διαφορετικός από την ύψιστη θεότητα της εποχής του.
Ο Υμνος επικαλείται το Μεγάλο Γιο (Μέγιστε Κούρε) της θεότητας. Τον γιο του Κρόνου (Κρόνιε). Κυρίαρχη θεότητα, συνεπώς, σε αυτή τη χρονική περίοδο που χρησιμοποιείται αυτό το κείμενο, είναι ο Κρόνος.
Αν κάνουμε όμως τη σκέψη ότι, το όνομα Κρόνος, δεν ειναι άλλο από αυτή καθαρά την έννοια του Χρόνου, τότε είμαστε μπροστά στην αποκάλυψη και της ίδιας της κυρίαρχης θεότητας, δηλαδή του φυσικού κύκλου που κάνει ο ήλιος, (τη διαδρομή ενός ηλιακού χρόνου), που στη διάρκειά του η φύση γεννά, καρπίζει, και φθίνει, για να ξαναρχίσει τον ίδιο ακριβώς κύκλο ξανά και ξανά.
Θα ήταν άλλωστε πολύ φυσιολογικό, και φυσιοκρατικό, ένα πέρασμα από την Μητριαρχική, σεληνιακή, θεότητα, (Μεγάλη Μητέρα θεά-Φύση), σε ένα διάδοχο Πατριαρχικό, ηλιακό θεό (Κρόνο-Χρόνο). Σε μια τέτοια περίπτωση, το ουσιαστικό νόημα του Υμνου διατηρείται στο ακέραιο.
Οπως και να έχουν τα πράγματα, ο «Μέγιστος Κούρος» είναι ο «απεσταλμένος» του Θεού. Κάτι αντίστοιχο περίπου με τον Χριστό.
Ο απεσταλμένος της ύψιστης θεότητας είναι κατά κάποιο τρόπο και ο «μεσολαβητής» ανάμεσα στη θεότητα και τους ανθρώπους. Αυτό το «μοντέλο» άλλωστε, ισχύει και στις κατοπινές θρησκείες. Και δεν είναι δύσκολο να μπει κάποιος στον πειρασμό να μιλήσει ακόμη και για ...αντιγραφές.
Φαίνεται ότι και οι θεοί «κοπιάρονται», όπως και οι λατρείες. Αυτός ο Υμνος, από τις συγκυρίες που αποκαλύπτονται με την ανακάλυψή του, μας δίνει εν πολλοίς, να το καταλάβουμε.
Η χθόνια, βλαστική θεότητα του Βέλχανου, φαίνεται ότι μετασχηματίζεται σιγά-σιγά και δίνει τη θέση της σε μια άλλη θεότητα που ακούει στο όνομα Διόνυσος Ζαγρέας (Κρηταγενής Δίας-Διόνυσος). Είναι και αυτός ένας χθόνιος-βλαστικός θεός, που διατηρεί όλα τα χαρακτηριστικά του προκατόχου του.
Με αυτόν τον Διόνυσο Ζαγρέα, ο Μέγιστος Κουρος του Υμνου, μοιάζει να έχει ορισμένα κοινά στοιχεία, που μαρτυρούνται ή έστω, ανιχνεύονται και από κατοπινά ευρήματα.
Σαν μια πρώτη μαρτυρία θα επικαλεστώ τον γνωστό μύθο του Διόνυσου και της Αριάδνης στη Νάξο.
 

Ο θησέας σκοτώνει τον Μινώταυρο, με τη βοήθεια της Αριάδνης
(παράσταση σε αγγείο)

 
Ο μύθος αυτός λέει ότι ο Θησέας αφού σκοτώνει τον Μινώταυρο του Λαβυρίνθου, παίρνει μαζί του την Αριάδνη που τον βοήθησε, αλλά περνώντας από τη Νάξο την εγκαταλείπει.
Είναι ένας μύθος με πολλούς κώδικες, που εξηγεί, πιστεύω, την αλλαγή της λατρείας στην Κρήτη και το πέρασμα από τη Φεγγαρολατρεία της Μεγάλης Μητέρας Θεάς, σε ένα Ηλιολατρικό σύστημα. Η θεά γίνεται θεός, με όσα μπορεί να σημαίνει αυτή η αλλαγή.
Η παρουσία του Θησέα δηλώνει την κάθοδο (εισβολή;) των Μυκηναίων. Δεν πρέπει να ξεχνάμε την καταγωγή του Θησέα από την πλευρά της μητέρας του, της Αίθρας, που είναι μια Μυκηναία Ιέρεια Φεγγαροθεάς.
Οπως δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε και το ό,τι ο Θησέας μυθογραφείται ως ο εξολοθρευτής των απανταχού φεγγαλολατρικών Ιερειών, από τον Κρητικό Λαβύρινθο, μέχρι και τις Αμαζόνες.
Η κάθοδος του Θησέα στην Κρήτη και όσα κωδικοποιεί ο μύθος του με τον Μινώταυρο, είναι ένα ξεχωριστό κεφάλαιο, που έχει να κάνει με όσα «μυστηριώδη» έγιναν στην Κρήτη εκεί γύρω στον 15ο π.Χ. αιώνα, με τη μεγάλη καταστροφή και την εισβολή των Μυκηναίων.
 

«Διόνυσος και Αριάδνη», στη Νάξο.
Πίνακας του Τισιάνο (Λονδίνο National art Gallery).

 
Να δούμε όμως τι συμβαίνει στη Νάξο με την Αριάδνη που έχει εγκαταληφθεί από τον Θησέα, και τον Διόνυσο που τη συναντά και την παντρεύεται.
Ο μύθος περιγράφει στην προκειμένη περίπτωση, με σαφήνεια, έναν «Ιερό Γάμο». Ο χθόνιος-επιφάνειος θεός (Διόνυσος) κάνει γυναίκα του την «αγνή κόρη-παρθένα», όπως δηλώνει το ίδιο της το όνομα (Αριάδνη).
Φαίνεται ότι η Νάξος είναι ένα από τα τελευταία καταφύγια ενός μέρους έστω, της λατρείας, που καταλύει με βίαιο τρόπο ο Θησέας (και ό,τι συμβολίζει αυτός ο μυθικός ήρωας), στον Κρητικό Λαβύρινθο.
Το υποδηλώνει και η λατρεία του Διόνυσου στη Νάξο. Ο Ναός του στα Υρια πιθανολογεί την ύπαρξη της λειτουργίας Ιερού από τα προϊστορικά ακόμη χρόνια, ενώ ο ίδιος ο Ναός, και στις τρεις φάσεις της ανοικοδόμησής του, από τις αρχές κι όλας του 8ου π.Χ. αιώνα, είναι ένα τελεστήριο μυστηρίων.
Και αξίζει εδώ να αναρωτηθεί κανείς, πόσο συγγενεύουν τα Διονυσιακά (οργιαστικά) μυστήρια, με τα Μυστήρια του Κρητικού Λαβυρίνθου.
Η Νάξος κρύβει όμως και ένα ακόμη «μυστικό». Το όνομα του πιο ψηλού βουνού της είναι «Ζας», (δηλαδή Ζευς-Δίας-Ζαγρέας).
Ενα τρίτο στοιχείο, πάλι από τη Νάξο, είναι ο τεράστιος Κούρος που έχει μείνει μισοτελειωμένος σε ένα αρχαίο λατομείο, στο χωριό Απόλλωνας, στη βόρεια ακτή του νησιού.
 

Ο τεράστιος αρχαϊκός Κούρος στο λατομείο της Νάξου.

 
Πρόκειται για ένα αρχαϊκό Κούρο, που το μέγεθός του ξεπερνά τα 10 μέτρα και το πρόσωπό του δηλώνει από μόνο του τον γενειοφόρο θεό Διόνυσο.
Το άγαλμα, παρ’ ότι είναι μισολαξεμένο μέσα στο αρχαίο νταμάρι, δείχνει την άκαμπτη στάση που έχει το σώμα, κοιτάζει μπροστά, και τα πόδια πατούν στέρεα.
Είναι ένα μοναδικό υπερμέγεθες άγαλμα, που παραπέμπει σε αντίστοιχα αγάλματα της Φαραωνικής Αιγύπτου.
Από την άλλη, βλέποντας κανείς αυτό τον Διόνυσο, δεν μπορεί παρά να παραδεχτεί ότι είναι πράγματι ένας Μέγιστος Κούρος, έστω και με μια διάθεση λογοπαίγνιου.
 

Το κεφάλι του Κούρου στη Νάξο φανερώνει Διόνυσο

 
Θα επικαλεστώ ακόμη ένα συγκριτικό στοιχείο, αυτή τη φορά από τη Δήλο, και το στοιχείο αυτό έχει μια καταπληκτική συγγένεια με το κείμενο του Υμνου.
Αξίζει, πιστεύω να υπογραμμιστεί ότι η Δήλος είναι ο επόμενος σταθμός του Θησέα, μετά την εγκατάλειψη της Αριάδνης στη Νάξο, και ο τελευταίος, πριν από την επιστροφή του στην Αθήνα.
Αξίζει ακόμη να επισημανθεί ότι στη Δήλο ο Θησέας χορεύει με τις «Υπερβόρειες Παρθένες», τον «Γέρανο», έναν κυκλικό χορό, όπως δείχνουν οι αποτυπώσεις του σε αγγεία που έχουν έρθει στο φως ανασκαφικά (Αρχαιολογικό Μουσείο Τήνου).
Η Δήλος είναι επίσης ένας τόπος σταθμός για το πέρασμα από τη Φαγγαρολατρεία (Αρτεμη) στη λατρεία του ήλιου (Απόλλωνας).
Στον Κύνθο, εκεί που ο Ομηρικός Υμνος στον Απόλλωνα, τοποθετεί τη γέννηση της Αρτεμης, έχουν εντοπισθεί Μινωϊκά ίχνη.
Στη Δήλο λατρεύεται και ο Διόνυσος (Στοιβάδιο). Το στοιχείο που θέλω να επικαλεστώ είναι μια επιγραφή που δεν σώζεται ολόκληρη. Ωστόσο εκείνο το κομμάτι της που μπόρεσα να φωτογραφίσω είναι, πιστεύω ένα ενδιαφέρον στοιχείο.
 

Το κείμενο της επιγραφής που διασώζεται είναι:
ΘΟΡΕΥΟΝΤΟΣ ΝΥΣΙΟΥ.
 

Η αναθηματική επιγραφή στη Δήλο

 
Η λέξη «θόρε» του Υμνου, αντικρύζει επακριβώς τη μία από τις δυο λέξεις (ΘΟΡΕΥΟΝΤΟΣ) της επιγραφής. Και για να μη μένει καμμιά αφιβολία ποιός Θορεύει, η επιγραφή δηλώνει καθαρά ότι αυτός δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον ΝΥΣΙΟ, δηλαδή τον θεό Διόνυσο!
Αυτός που αφιέρωσε αυτή την αναθηματική επιγραφή στο θεό Διόνυσο στη Δήλο, μας λέει ότι αυτός ο θεός, ο Διόνυσος, κάνει αυτό ακριβώς, που οι λατρευτές του Υμνου καλούν και τον Μέγιστο Κουρο να κάνει: ΘΟΡΕ.

 




zervonikolakis.lastros.net   Επιστροφή στην αρχική σελίδα