ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

ΝΙΚΟΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ

ΜΑΛΑΒΡΑ

Μινώα

Το Δύσκολο Πέρασμα

Όνομα Μινωικό. Με διαρκή χρήση στους αιώνες, από τους προϊστορικούς χρόνους μέχρι αυτό τον καιρό.

Τι μπορεί να σήμαινε για τους Μινωίτες αυτό το όνομα με τον μεγάλο, αψύ ανήφορο.

Ένα όνομα με παρατεταμένη ήχηση ενός τριπλού άλφα ανάμεσα σε πολλά σύμφωνα.

Φορές είναι που θαρρώ πως ανεβαίνω τον ανήφορο από το Θόλος, σκίσμα του καλοκαιριού κι ανασηκώνω το κεφάλι να δω τους χαλικιάδες στη Μαλάβρα, μέχρι απάνω στην πλάτη του Καψά, προς το Καβούσι.

Πυρρομαχεί ο τόπος. Μέσα σε μια μεγάλη αναλαμπή τρέμουν όλα και σαλεύουν.

Μια βάρκα με είχε φέρει λίγο πριν, από την Ψείρα στο Θόλος. Και τα ψάρια μου είναι ακόμη ζωντανά στη βρεγμένη με θάλασσα, προϊστορική λινάτσα.

Χιλιάδες χρόνια λέω πως αυτή η εικόνα είναι απαράλλακτη. Σχεδόν ακίνητη στο αέναό της. Ακριβής την πάσα ώρα και τρομερή στο οξύ φως του μεσημεριού.

Μαλάβρα. Μοιάζει να ανακατώνονται τα φωνήεντα με τα σύμφωνα σε ένα ήχο όμοιο με αυτό που κάνουν τα χαλίκια από τη σιδερόπετρα σε τούτους εδώ τους πανάρχαιους χαλικιάδες.

Η φωνή της πέτρας.

Το ακραιφνές ήχημα από φυσικού του, δίχως επέμβαση άλλη, παρά μόνο αυτό, της φύσης το έθος.

 

Το νησί Ψείρα, όπως φαίνεται από το Σκινοσέλι

.

Έτσι έχω με το μέρος μου τη φυσιοκρατική, αδίδακτη γνώση, που οδηγεί τα πράγματα.

Ο Πολ Φορ, στο βιβλίο του «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ ΤΗ ΜΙΝΩΙΚΗ ΕΠΟΧΗ», λέει πως η λέξη Μαλάβρα είναι προϊστορική, προελληνική, Μινωική.

Αυτή η πληροφορία με υποχρεώνει σε πολλές σκέψεις.

Πάντοτε, δηλαδή από παιδί, μου ήταν αίνιγμα το τοπωνύμιο  Μαλάβρα.

Μια λέξη που δεν μπορούσα να βρω από πού μπορεί να κρατά η σκούφια της…

Είναι και φορές που θαρρώ πως έρχομαι από τα Γουρνιά, ή την Παχιά Άμμο και μόλις φτάνω στο Καβούσι σηκώνω τα μάτια προς τα πάνω να βρω πορεία, κι αυτά, λες και κάνουν τσουλήθρα στο κατέβασμα του Καψά που γέρνει απότομα και πάει στη θάλασσα.

Μια πρώτη σκέψη που κάνω, πριν ανεβώ ακόμη τη Μαλάβρα, είναι πως το προϊστορικό όνομα της Παχιάς Άμμου είναι Μινώα, σύμφωνα με τον Πολ Φορ.

Έτσι, μοιάζει να οδοιπορώ από ένα Μινωικό τόπο προς ένα άλλο, που μπορεί να είναι η Λάστρος ή το Μόχλος.

Θαρρώ πως φλυαρούν τα χαλίκια, όπως πας να τα πατήσεις για να ανεβείς.

Άκου!

Ένας χαμός στο χάλαρο.

Σαν να ακούω να επαναλαμβάνεται συνέχεια η λέξη Μαλάβρα, με το σάλεμα που κάνουν τα χαλίκια.

Μαλάβρα, Μαλάβρα, Μαλάβρα, Μαλάβρα, Μαλάβρα, Μαλάβρα, Μαλάβρα, Μαλάβρα, Μαλάβρα, Μαλάβρα, Μαλάβρα, Μαλάβρα, Μαλάβρα, Μαλάβρα.

 

Ο αρχαιολογικός χώρος στα Γουρνιά

 

Ταξιδεύω έτσι με το όνομα Λάστρος, χαραγμένο σε πορφυρίτη με τη Γραμμική Άλφα.

ΜΑΛΑΒΡΑ

ΛΑΣΤΡΟΣ

Κι ύστερα πάλι το ΒΡ από τη ΜαλάΒΡα και το ΣΤΡ από τη ΛάΣΤΡο είναι σαν να προσπαθούν να μου διηγηθούν μια ιστορία.

Με φωνές αρχαίες, όπως τα χαλίκια.

Το καύμα του ήλιου είναι που κάνει να τρίζουν τα χαλίκια. Σαλεύει το φως όπως οι σαύρες και ανθίζουν με τρόπους αρχαίους τα όνειρα του μεσημεριού.

Τρόπους μυθικούς.

Οδοιπορώ έτσι διαρκώς πλάϊ στη φωνή του τζίτζικα, χωρίς άλλο οδηγό τόσα χρόνια που πέρασαν από τότε που πήδηξα πρώτη φορά στη ράχη του Ιερού Ταύρου, στην Κεντρική πλατεία του Ανακτόρου, στην Κνωσό.

Λάστρρρρρροοος, όπως ηχεί ένα τριζόνι.

Χάνεται ο ήχος, λες και βουλιάζει στα χαλίκια.

Τα καταπίνει όλα η λέξη Μαλάβρα. Το χάλαρο, ο αψύς ήλιος, οι φωνές των τζιτζικιών, που δεν έχουν σταματημό.

 

Το Καβούσι, η Μαλάβρα και το νησί της Ψείρας, όπως φαίνονται από τον Αζοριά.

Το τραγούδι των τζιτζικιών παίρνει φωτιά από το Θόλος και ανεβαίνει μέχρι τον Καψά.

Ο τελευταίος τζίτζικας του περασμένου καλοκαιριού ξεράθηκε πάνω σ’ ένα αχλαδούλι, στον Κάτω Καψά.

Έτσι έμεινε το φως να μετεωρεί πάνω απ’ τη Μαλάβρα, χωρίς άλλο προορισμό, πέρα απ’ τα χαλίκια.

 

ΓΟΥΡΝΙΑ, ΜΙΝΩΑ, ΑΖΟΡΙΑΣ, ΨΕΙΡΑ, ΜΑΛΑΒΡΑ, ΚΑΨΑΣ, ΜΟΧΛΟΣ, ΛΑΣΤΡΟΣ.

Υποθέτω πως κάθε άνθρωπος, σε κάθε εποχή θα ανασήκωνε το κεφάλι του με δέος μπροστά σ’ αυτή την απότομη και γυμνή ράχη του βουνού με τα χαλίκια.

Εξ ορισμού της, είναι μια δεοπρεπής κατασκευή. Και εξ ορισμού πάλι είναι το πέρασμα. Ένα οδοιπορικό δοκιμασίας. Δύσκολο και φαντασμαγορικό.

Αναμέσον ουρανού και θάλασσας!

Με το ρίσκο της αιωνιότητας και της επόμενης μέρας ή και με την τόλμη που έχουν τα άλματα στη ράχη του άγριου ταύρου.

Μααααλλλάαάάααβρρρρρααααα!

Ακόμη και ο ήχος, ανάλογα με την παράταση των γραμμάτων, μπορεί να γίνει ιερόσχημος ή τουλάχιστον να φαίνεται έτσι, αγγίζοντας διακαώς τη θεότητα.

Όπως και να τη διαβάσεις, η Μαλάβρα είναι μια δύσκολη λέξη. Ακόμη και αν τελικά αποφασίσεις να την τραγουδήσεις, αναζητώντας την προσήκουσα λεπτότητα των ήχων του λάμδα ή την παρήχηση του άλφα και το κατρακύλισμα στον ήχο του ρο, που παρακολουθεί με σύνεση την αυστηρή εκφορά του βήτα.

Όλα έχουν τελικά το νόημα που τους δίνεις, αλλά και το νόημα που σου προκαλούν.

Με ανάγκη και δέος!

Έτσι, στέκομαι δεοπρεπής ψηλά πάνω από τον κόλπο του Μεραμπέλου, με τη μαγεία του ήλιου που δύει, απλώνοντας τα χρυσάφια του στη θάλασσα.

Κρυμμένος σε μια προϊστορική ελιά στον Αζοριά παρατηρώ μπροστά μου όλο τον κόλπο.

Αυτή είναι η πιο παλιά ελιά στη Μεσόγειο. Από το 4000 π.Χ. λένε πως υπάρχει. Η πιο παλιά ελιά στον κόσμο. Με ζωή 6.000 χρόνων!

Να λοιπόν τα υπάρχοντά μου. Όλο κι όλο ένα κλαδί ελιάς που αναθάλλει στους αιώνες σε ένα προϊστορικό λιόφυτο πάνω στα βουνά.

 

Κάθισα μπροστά στον κορμό αυτής της ελιάς σαν μέτρο σύγκρισης. 20 μέτρα έχει διάμετρο.

 

Μια γενική άποψη της ελιάς στον Αζοριά, που θάλλει εκεί από το 4000 π.Χ.

 

Βλέπει στο Βορρά τη θάλασσα, καταμπροστά και πίσω, στην πλάτη της είναι μια ράχη βουνού, στο Νότο. Εκεί με σταμάτησε ένας ντόπιος και μού ‘δωσε ένα φυτό να το μυρίσω.

«Μύρισέ το και δε θα βρεις καλύτερη μυρωδιά. Είναι ένα βότανο παλιό, όσο κι η Κρήτη»!

Είχα να το μυρίσω πολλά χρόνια. Κυπαρισσάκι το ‘λεγε η γιαγιά μου και είναι αφέψημα με μια λεπτή μυρωδιά μέντας.

Παλιό όσο και η Κρήτη.

Σίγουρα.

Ένα φυτό από τους χαλικιάδες στη Μαλάβρα.

Αρχαίο όσο και η Μαλάβρα.

Το φυτό της αιωνιότητας.

Ακόμη έχω στα ρουθούνια μου τη μυρωδιά του.

Παλιά, όσο και η Κρήτη.

Ασφαλώς!

Η κουζουλάδα είναι λέξη Κρητική!

Σωστά…

Πυρομαχεί ο τόπος όλος. Μια φωτιά ακαταλάγιαστη, σπλάχνα καλοκαιριού. Πάντοτε μ’ άρεσε αυτή η φωτιά. Το μεγάλο πυρομάχημα όλων των Ιούλιων της ζωής μου. Το παμφαές!

Αριστερά διακρίνεται η πλάτη του Καψά, με τους χαλικιάδες. Μπροστά του, πάνω στο χαμηλό λόφο, ανάμεσα στις ελιές, διακρίνεται η ανασκαφή στον αρχαιολογικό χώρο του Αζοριά. Το άλλο βουνό που διακρίνεται δεξιά είναι το Σπαθί από τη δυτική του όψη.

 

Βουνά με ορίζουν. Γυμνά και δύσκολα βουνά. Ένας τόπος απλωμένος στον ήλιο, όπως το κορμί που δεν φοράει άλλο από το Μινωικό Περίζωμα και αντιμαχεί στον ήλιο.

ΕΛΘΕΜΑΚΑΙΡΑΘΕΑΣΩΤΗΡΙΟΣΕΥΦΡΟΝΙΒΟΥΛΗΙ

Ανάμεσα στον Καψά και στο Σπαθί φυτρώνει η έγνοια μου. Με τη γροθιά στο κούτελο κάνω όρκους και σε επικαλούμαι.

Κλύθι Θεά!

Μυρίζεις φλισκούνι, έρωντα και κρίνα της θάλασσας. Μυρίζεις μέντα και αγκισάρους. Μυρίζεις της Θεάς τα μύρα.

Έτσι, γηγενής και χθόνιος εξ αιμάτων, ολούμενος ελών κατάγομαι. Γίνομαι αέρας κι ανεβαίνω.

ΜμμμααααλλλλαάαάάάααβββββρρραΑΑΑαα

Ερχόμενος πάλι μετά φόβου. Οδοιπορώντας στους εγκρεμούς από τα Χαλίκια ίσαμε το Θόλος.

Άλλοτε πάλι στο Σκινοσέλι, βλέποντας τον Γιάννη του Λι-άκη (Σολιδάκη) να οδοιπορεί με τον κύρτο περασμένο σε μια βέργα πάνω απ’ τον ώμο του και ένα τσουβαλάκι μούσκεμα απ’ τη θάλασσα, γεμάτο πεταλίδες.

Τον εξέλαβα ως Μινωίτη και του λοιπού έρχεται στο νου μου έτσι, με ιδρωμένο το χιτώνιό του και με τα άσπρα σιρίτια του αλατιού.

Αυτός είναι από την Υστερο-Μινωική ΙΑ. Με ένα λιτό ψάθινο σκιάδι και τα πέδιλά του σκονισμένα, όπως τα πόδια του.

 

Η Μαλάβρα σε όλη της τη μεγαλοπρέπεια!

 

Η Μαλάβρα έχει το νόημα της αιωνιότητας. Ο Γιάννης του Λι-άκη το ‘λεγε αλλιώς, ότι η Μαλάβρα είναι κέρατο βερνικωμένο.

Σημαδιακός τόπος.

Κρυφός κι ολοφάνερος.

Ο απόκρυφος του ήλιου μέσα από κώδικες φωτός και συλλαβές ιεροκρύφων.

Ένα κουδούνι τράγου παίζει στη Μακράν Όψη, ξεχασμένο ποιος ξέρει από πότε. Μια βιτσίλα ζυγιάζεται πάνω από την Τρυπητή. Τρομάξανε οι πέρδικες στο Ζυγομόνερο.

Αρχαίες εικόνες.

Υστερο-Μινωική ΙΑ΄. Ίσως 2007!  Κανείς ποτέ δεν είναι σίγουρος.

Ο καιρός φιλτράρεται αδιάκοπα μέσα από τα σώματα των ανθρώπων για να ξαναβρεί την πρωτινή του αθωότητα.

Δαγκώνω ένα χαρούπι όλο μέλι. Μαυρομαχούν κι όλας τα πρώτα σταφύλια στην Κουκούτσα. Στην Ψείρα ανάβουνε φωτιές τη νύχτα οι ψαράδες…

 

Ο αρχαιολογικός χώρος με τη Μινωική πόλη στην Ψείρα.

 

Τις αφέγγαρες νύχτες είναι γεμάτος άστρα ο ουρανός πάνω απ’ τη Μαλάβρα.

Απέναντι φαίνεται η Ολούς και η Λατώ. Δηλαδή, βλέπω τα πλήθος φώτα της Ελούντας και του Αγίου Νικολάου. Απάνω τους στέκονται τα ίδια άστρα. Ο αστερισμός του Οφιούχου.

Κανείς δεν θυμάται ύστερα από τόσους αιώνες τα πρωτινά τους ονόματα, αλλά τι σημασία έχει, όταν διαβάζουμε το ίδιο φως, μεσάνυχτα παρά κάτι, εδώ στην ίδια θάλασσα.

Κρήτη-Καφτόρ-Κεφτιού.

Η Μαλάβρα, από τη Γραμμική Α μέχρι τη σημερινή γραφή διαβάζεται με τον ίδιο ήχο. Αυτό είναι το συναρπαστικό. Ο ήχος της σιδερόπετρας. Ο ξερός του ήλιου. Η φούρια της φωτιάς που καίει τα φρύγανα.

Κι εγώ πάλι, σ’ αγαπώ και σ’ ερωτεύομαι στα δόντια του ήλιου!

Πάρε τα δίχτυα και τα σύνεργα όλα. Τα αγκίστρια, τα ψαροκάλαθα, τους κύρτους.  Ρίξε τη βάρκα στο νερό.

Τα παραγάδια θα τα αρματώσουμε στο Μόχλος και θα τα ρίξουμε στην Ψείρα κι ας ευχηθούμε να έχουμε καλή ψαριά.

Ο Ιδομενέας φέρνει κόκκινο κρασί.

Ζάνε Θεέ!

Όψιμος, του ταύρου θηρευτής.

Από τα Μινωικά ερείπια της πόλης στο μόχλος, φαίνεται απέναντι ο σημερινός οικισμός.

 

Στο Μόχλος, ένα τριζόνι μου τρυγάει τον ύπνο. Αυτούς τους τόπους κατοίκησα με επιμονή. Χιλιάδες χρόνια. Με ένα αρχαίο όνομα που ακόμη ψάχνω στην άκρη-άκρη του μυαλού μου να το θυμηθώ.

«ΠΥΘΜΗΝΜΕΝΠΟΝΤΟΥΓΑΙΗΣΠΕΡΑΣΑΡΧΗΑΠΑΝΤΩΝ»

Τίποτε δεν είναι πιο αιώνιο.

Διαβάζω το αποτύπωμά σου στον πηλό. Στους αποθέτες της Κνωσού, στις αποθήκες των Μαλίων, στα Γουρνιά, στο Μόχλος, στο Ιερό του Γιούχτα, στην Ψείρα ή στη Μαλάβρα.

Ο ίδιος είμαι.

 Κρύβομαι στον ήλιο και επιστρέφω.

 

Αθήνα 20 Μαρτίου 2007

 



zervonikolakis.lastros.net   Επιστροφή στην αρχική σελίδα