ΝΙΚΟΣ  ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ

ΛΑΣΤΡΟ

ΜΝΗΜΟΝΕΣ

 

 

 

 

ΚΡΥΨΑΝΤΕΣΓΑΡΕΧΟΥΣΙΘΕΟΙΒΙΟΝΑΝΘΡΩΠΟΙΣΙ

 

 

«Κρύψαντες γάρ έχουσι θεοί βίον ανθρώποισι»

ΗΣΙΟΔΟΣ: Έργα Και Ημέραι (στίχος 42).

«Γιατί, οι θεοί έχουνε κρυφό το βιος του ανθρώπου»

 

Να λοιπόν, που και το βιος του ανθρώπου είναι όπως το ρόδι. Κανείς δεν ξέρει πριν το ανοίξει, αν έχει μέσα σπόρια ζουμερά, γεμάτα γλύκα, όπως καθένας προσδοκά, κρατώντας το, δώρο της θεάς, της Δήμητρας, τέτοιο, που και ο Άδης κέρασε την κόρη της, για να ξεχάσει η Περσεφόνη τον Απάνω κόσμο!

Πριν από λίγο καιρό, το βιβλίο μου «ΤΑΥΡΟΚΑΘΑΨΙΑ Στο Παλάτι Της Κνωσού» βραβεύτηκε από την Πανελλήνια Ομοσπονδία Λογοτεχνών, κι εγώ έπρεπε να πω δυο λόγια, παραλαμβάνοντας αυτό το βραβείο.

Βρέθηκα έτσι με την πλάτη στον τοίχο, γιατί δεν μου είναι εύκολο να μιλάω για κάτι δικό μου, για κάτι που έχω κάνει. Από την άλλη, δεν θα μπορούσα να πω ένα σκέτο «ευχαριστώ», λες και μου δίνανε ένα δώρο.

Ο νους μου ταξίδεψε με μιας στη Λάστρο. Έτσι γίνεται τις περισσότερες φορές που είμαι με την πλάτη στον τοίχο. Μόνο, που αυτή τη φορά υπήρχε ένας ακόμη λόγος, πολύ πιο σοβαρός.

Βρέθηκα έτσι κάμποσες νύχτες να δραπετεύω από το σπίτι μου στου Φιλοπάππου και να τριγυρνώ στα πλάγια του Καψά, στο Μόχλος, στην Κερατίδα, στη Μακράν Όψη, στο Λαγγό, στον Κυνηγόσπηλιο, στα Φαραγγούλια, στην τρυπητή ή στο Σκοινοσέλι.

 

Έπρεπε να λογαριαστώ καλά με τον εαυτό μου και με τη Λάστρο. Μια τίμια εξομολόγηση στον ίδιο μου τον εαυτό. Όχι, τάχα πως νιώθω ό,τι μπορεί να νιώθω για τη Λάστρο, επειδή γεννήθηκα σ’ αυτό το μέρος.

Από τότε που καταλαβαίνω τον εαυτό μου, η Λάστρος ήταν πάντοτε ο μυστικός τόπος μου. Η καταγωγή εξ αρρήτων.  Ο κρυφός δρόμος. Ο απόκρυφος, με την ιεροκρυφική έννοια. Το κλειδί της ζωής. Το Αιέν!  Ο τόπος με τα αχινοπόδια.

Στην πραγματικότητα, είναι σαν να έχω γεννηθεί μέσα από αυτή καθ’ εαυτή τη λέξη «Λάστρος» και προσπαθώ έκτοτε να βρω τρόπο ο ίδιος να ξαναμπώ σ’ αυτή την προϊστορική μήτρα των θαυμάτων.

Νωρίς, οκτώ χρονών, ήταν όταν κράτησα στα χέρια μου τα πρώτα ευρήματα που βρέθηκαν στα θεμέλια του Δημοτικού Σχολείου, εκεί κάτω απ’ το Μαντράκι, στο παλιό σχολειό, που έχει κατεδαφιστεί.

Η μυσταγωγία είχε συντελεστεί, χωρίς άλλες εξηγήσεις, γιατί, κατά πως λέει και ο Ησίοδος, «κρατούν κρυφό οι θεοί το βιος του ανθρώπου».

Εκ των υστέρων λογαριάζω πως στάθηκα τυχερός. Ακόμη κι όταν έπαθα εκείνο το έμφραγμα, πριν από δυο χρόνια, είμαι σίγουρος ότι με ξελάσπωσε η Λάστρος, παρέα με ένα Μινωικό Ταύρο, που μου είχε χαρίσει ο γιος μου, ο Ορέστης, το προηγούμενο καλοκαίρι στη Νάξο.

Με τη ζωή, τα πράγματα είναι τελικά χύμα. Έχω εμπιστοσύνη στη Μεγάλη Μητέρα Θεά. Αυτή που θάλλει κάθε Άνοιξη και χτυπά στις φλέβες η ζωή, όπως η θάλασσα, όπως ο αέρας, όπως η φωτιά.

Θα μου ήταν εύκολο να πω ότι αυτό το βραβείο που πήρα, το χρωστώ στη Λάστρο, και να ξεμπλέξω έτσι μια και καλή με το εν δυνάμει χρέος.

Φοβούμαι όμως ότι δεν απόκοψα ποτέ τον ομφάλιο λώρο μου από τη Λάστρο και εξακολουθώ να τρέφομαι από αυτό και μόνο το όνομα, με ένα τρόπο που ενέχει ηδονή και βάσανο.

Ακόμα βλέπω τα χέρια μου των οκτώ χρόνων να υψώνονται από εκείνα τα θεμέλια του Σχολείου και να κρατούν με δέος ένα πήλινο εύρημα των Μινωικών χρόνων. Μια μικρή πήλινη μπανιέρα με δυο παιδιά. Και δεν έπαψα ποτέ να βλέπω μπροστά μου τα χέρια του Αρχαιολόγου, που απλωνόταν προς εμένα να παραλάβουν το εύρημα.

Αρκετά χρόνια αργότερα, το έφερε η συγκυρία να βρεθώ με δημοσιογραφική αποστολή σε μια σπουδαία ανασκαφή στις Αρχάνες. Δυο αρχαιολόγοι, ο Γιάννης Σακελλαράκης και η γυναίκα του, Έφη Σαπουνά-Σακελλαράκη, είχαν φέρει στο φως ένα μοναδικό εύρημα, το Τριμερές Ιερό με την Ανθρωποθυσία, στα Ανεμόσπηλια.

Είχα συγκλονιστεί από κείνη την ανασκαφή. Εκεί, λοιπόν, στο Σπίτι της Ανασκαφής, στις Αρχάνες, με ρώτησε κάποια στιγμή ο Αρχαιολόγος, από πού είμαι.  Όταν του είπα, από τη Λάστρο, άρχισε να μου λέει μια ιστορία, που ήταν ίδια ακριβώς με αυτή που είχα ζήσει μικρός, στα θεμέλια του Δημοτικού Σχολείου, με τα Μινωικά ευρήματα και το ζευγάρι των νεαρών αρχαιολόγων που είχαν έρθει να τα παραλάβουν.

Ο Αρχαιολόγος ξαφνιάστηκε όταν του έδωσα να καταλάβει ότι ήξερα την ιστορία που είχε αρχίσει να μου αφηγείται, λες και τη γνώριζα από πρώτο χέρι.

Εκείνο το πρωί στη Λάστρο, ο φοιτητής Αρχαιολογίας, Γιάννης Σακελλαράκης, ήταν αυτός, μαζί με την επίσης φοιτήτρια, Έφη Σαπουνά, (και αργότερα Σακελλαράκη), που είχε παραλάβει (και) από τα χέρια μου εκείνα τα ευρήματα.

Ποτέ δεν έπαψε να με διαπερνά αυτή η μαγεία.

Αυτή ακριβώς η μαγεία που ενδέχεται τελικά να είναι ο πραγματικός ομφάλιος λώρος που με δένει με αυτό τον μυσταγωγικό τόπο πιο πολύ κι από το γεγονός ότι σ’ αυτό το μικρό χωριό αντίκρισα το φως του ήλιου.

 

«Κρύψαντες γάρ έχουσι θεοί βίον ανθρώποισι»

ΗΣΙΟΔΟΣ: Έργα Και Ημέραι (στίχος 42).

 

Είναι που μπορεί και να ‘χουν στ’ αλήθεια οι θεοί κρυφά κι αποσκότεινα κομμάτια για το βιος του ανθρώπου. Τριγυρίζω έτσι στους αιώνες σαν τον γανωτζή, μπαλώνοντας τρύπες από τον πρωτινό μου βίο, έχοντας δεμένο στον αστράγαλό μου το όνομα αυτού του χωριού, μη και ξεφύγω.

Πελεκώ λέξεις σε ένα προϊστορικό νταμάρι, γυρεύοντας πρώιμα γράμματα εξ αρρήτων.

Βουλιάζω στα ρηχά του Μόχλου, γυρεύοντας στον πάτο της θάλασσας το αρχαίο σήμα.

Επιστρέφω με δέος σ’ εκείνα τα σταμνιά του Καμπίτη. Στον τροχό του πηλού με το προϊστορικό αποτύπωμα του τεχνίτη που διακόνησε αιώνες πολλούς αυτή τη χθόνια τέχνη. Δόκιμος Θεού.

Επιστρέφω διαρκώς.

Ολοένα και ολοένα.

Με ένα πείσμα φωτιάς που εκχέεται από χοάνες ηφαιστείων, σήμα των εγκάτων.

Και με όνειρα, όπως ανθίζει η ελιά και δένει τον καρπό της με σύνεση στο φως.

Είναι σαν να γυρεύω τα απόκρυφα των θεών στα μεσοδόκια των παλιών σπιτιών.

Ολοένα και ολοένα.

Λαστρομνήμονες και επιμυθούντες με το φως των άστρων, τη μυρωδιά του έρειγκα, της φασκομηλιάς, του αγκίσαρου και της νύχτας τους τρελούς ψιθύρους.

Με το άστρο του Σείριου έρχομαι, κι ένα σημάδι στο Δίσκο της Φαιστού. Ναύτης στο Μεγάλο Ωκεανό, Σηματωρός. Αστροναύτες ή Λαστρομνήμονες. Λάμνοντες, πάντως, στα Ιερά πλοία της Θεάς.

Με τα κρυφά σημάδια στον Κυνηγόσπηλιο, στον Αζοριά, στην Ψείρα και το Μόχλος.

Αρχαίες μυρωδιές κρατώ στα χέρια: Δίκταμο, θρούμπη, σκίνο, θυμάρι και φασκομηλιά.

Έμαθα να γράφω σωστά και τα σημάδια της ελιάς, στη Γραμμική Β΄, με τα πρωτινά τους ονόματα.

                 

Ελαιόδεντρο           Ελαιόκαρπος             Ελαιόλαδο

 

Λάμδα, όπως Λάστρος. Λάμδα, όπως λάμνω. Λάμδα, όπως Λάβρυς.

Σωστά. Επιστρέφω. Με το φως του Σείριου στην Ανατολή, ελάχιστα πάνω απ’ τον ορίζοντα. Στην αριστερή παλάμη μου έχω το «Άλφα του Μεγάλου Σκύλου».

 

Είναι σαν να προσπαθώ να δω την αιωνιότητα από τ’ Αχλαδούλι.

 

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Τα σχέδια που συνοδεύουν το κείμενο είναι του Νίκου Ζερβονικολάκη

 

Αθήνα 30 Ιουνίου 2006

 



zervonikolakis.lastros.net   Επιστροφή στην αρχική σελίδα >