ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

ΝΙΚΟΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ


CALDERA
ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ
Μια Αφροδίτη στο Ηφαίστειο

 

 
Φηρά. Με θέα στο ηφαίστειο ακινητεί μια Αφροδίτη από τερακόττα, που κάνει το σώμα της πιο γήϊνο και ονειρικό την ίδια στιγμή, να ισορροπεί κατά τρόπο απροσδόκητο σε μια ταράτσα, στο χείλος του γκρεμού, που σχηματίζει η μεγάλη, προϊστορική caldera.
Μόνο τα όνειρα αποτολμούν να προσεγγίζουν τα θαύματα μ' ένα τέτοιο τρόπο, και εν τούτοις, αυτή η εικόνα είναι πέρα για πέρα αληθινή, χωρίς κόλπα ή οφθαλμαπάτες.
Οσο αληθινή είναι κι αυτή η ίδια η Σαντορίνη, το νησί της φωτιάς, ένα θαύμα θαυμάτων!
Τράβηξα ένα ολόκληρο φιλμ, χωρίς καλά καλά να το καταλάβω, με τούτη εδώ την ουρανοκατέβατη Αφροδίτη να ποζάρει αβίαστα στο φακό, αλλάζοντας διαφράγματα και γωνίες, με ένα φως ανελέητο να ρίχνεται από ψηλά, σχεδόν κάθετα, και να στροβιλίζεται σαν λάβα, στη θάλασσα του ηφαιστείου.
Τα όνειρα παίζουν συχνά τα πιο παράξενα παιχνίδια, φαίνεται όμως ότι και η πραγματικότητα ζηλεύει καμιά φορά την τόλμη και την αλαφράδα τους.
Η Σαντορίνη τολμά τα πάντα. Εικόνες και όνειρα ζυμώνονται στη λάβα του ηφαιστείου και φωσφορίζουν τα νερά της θάλασσας από τα θειάφια.
Τα θολωτά σπίτια, υπόσκαφα μια εποχή τα περισσότερα, έχουν το σχήμα της ανάγκης. Ακόμη και η ανάγκη καταφεύγει πολλές φορές στα όνειρα, για να βρει διέξοδο, και αίφνης δίνει ένα σάλτο του ύψους και γίνεται τέχνη.
 
     
 
Στην caldera (από την ιταλική λέξη caldo-ζεστό) καίει ο πυρετός του ηφαιστείου, με τη λάβα που εξακοντίζεται και χύνεται ύστερα στη θάλασσα, φόβος και θαύμα.

 

 
Τις προηγούμενες ζωές της μυρικάζει στον ύπνο της η Σαντορίνη. Ονειρεύεται. Εκεί στην πόλη του Ακρωτηριού, που κανείς δεν έμαθε ποτέ το αληθινό της όνομα, οι κάτοικοί της λες και πρόκειται να επιστρέψουν. Εφυγαν ξαφνικά, είναι η αλήθεια, και παράτησαν έτσι άρον-άρον τα υπάρχοντά τους. Οι αρχαιολόγοι βρήκαν στην αγορά την πραμάτεια τους εκτεθειμένη. Πού πήγαν όλοι αυτοί οι άνθρωποι, και δεν έμεινε έστω ένας να μας "αφηγηθεί" την ώρα του χαλασμού, όπως έγινε αρκετούς αιώνες μετά στην Πομποιϊα;
Τί ήταν εκείνο το σημάδι που τους έκανε να φύγουν σώοι και δεν βρέθηκε ποτέ το ίχνος τους;
Η Σαντορίνη κρύβει ακόμη καλά τα μυστικά της.
Κι αυτή η θεά του έρωτα ευλογεί τις νύχτες στα Φηρά, που δεν κλείνουν μάτι ώς το ξημέρωμα της άλλης μέρας. Εχει γλιστρίσει ο χιτώνας της μέχρι τη μέση και μοιάζει να μη φοράει άλλο ρούχο στο κορμί της, μόνο λάβες. Κάποιος την έστησε για "κράχτη" στην αυλή του μπαρ. Αντίγραφο της Αφροδίτης απ' τη Μήλο.
 
     
 
Ωστόσο, κι αυτή η Αφροδίτη, μοιάζει να ξέρει από ηφαίστεια. Η Μήλος είναι κι εκείνη ένα πανάρχαιο ηφαίστειο, διάσημο από την αρχαιότητα ακόμη, για τον οψιανό του.
Κι ύστερα, αυτή η θεά, που σέρνει η ράτσα της από παλιά, είναι και η ίδια "ηφαίστειο" με χίλιους τρόπους. Γυναίκα του Ηφαιστου και ερωμένη του Αρη. Φωτιά και λάβα.
Κεντρίζει ο οίστρος. Η αρχαία φωτιά που ανάβει-άσβηστη μέσα στους ανθρώπους. Οι θεοί, συνήθως, ξέρουν από οίστρους.
 
     
 
Σαντορίνη.
Εδώ, στα ικριώματα του ηφαιστείου, ισορροπεί το φως απέναντι στο μαύρο που έχει ο σωρός της λάβας πάνω στη θάλασσα. Ενα θηρίο που κοιμάται και βγάζει ακόμη καπνούς απ' τα ρουθούνια του.
Στο φρύδι της ζωής ξυπνάει η μέρα, κι ένας χρυσός ήλιος σέρνεται πάνω στη θάλασσα.
Μια μουσική έρχεται από μια ταράτσα, που βλέπει στο ηφαίστειο, και είναι σαν να πάλλεται ο αέρας, μαζί μ' αυτό το τραγούδι, που θαρρείς κι είναι αρχαίο...
 
Je t'aime je t'aime
(σ' αγαπώ σ' αγαπώ)
Oh oui je t'aime!
(ω, ναι, σ' αγαπώ)
-Moi non plus.
(ούτε εγώ)
-Oh mon amour…
(ω, αγάπη μου)
-Comme la vague irresolute
(όπως το αναποφάσιστο κύμα)
Je vais et je viens
( πηγαίνω κι έρχομαι)
Entre tes reins
(εκεί, ανάμεσα στα νεφρά σου)
Et je
Me re-
Tiens

(και κρατιέμαι από σένα...)
 
Μια θεά από πηλό αναδύεται από τις τέφρες και τη σποδό του ηφαιστείου. Ακοίμητη αιώνες στης φωτιάς τα χρώματα, και με το μύθο της να μετεωρεί, ανάμεσα Ακρωτήρι-Θηρασιά...
 
-Je t'aime je t'aime
(σ' αγαπώ σ' αγαπώ)
-Oh oui je t'aime!
(ω, ναι, σ' αγαπώ)
-Moi non plus.
(ούτε εγώ)
-Oh mon amour…
(ω, αγάπη μου)
Tu es la vague, moi l'ile nue
(εσύ είσαι το κύμα, εγώ το γυμνό νησί)
Tu vas tu vas et tu viens
(πηγαίνεις κι έρχεσαι)
Entre mes reins
(ανάμεσα στα νεφρά μου)
Tu vas et tu viens
(πηγαίνεις κι έρχεσαι)
Entre mes reins
(ανάμεσα στα νεφρά μου)
Et je
Te re-
Joins

(και σε συναντώ...)
 
Μοιάζει να είναι φτιαγμένο από λάβα αυτό το τραγούδι, που κατρακυλάει το άκουσμά του στις ταράτσες των Φηρών, και η μουσική του, λες και εκτοξεύεται από τη χοάνη του ηφαιστείου, εξακοντίζεται στον ουρανό και επιστρέφει με το φως. Στο κοίλο του ουρανού κυνηγιούνται μικρά, άσπρα σύννεφα του καλοκαιριού, λες κι εξατμίζονται τα σπίτια στα Φηρά... Το ηφαίστειο έχει αναλαμπές...
Ενα τρέμουλο μετεωρεί στην ατμόσφαιρα, που πάλλεται, και φουσκώνει ένα λευκό πανί στη θάλασσα...
 
Je t'aime je t'aime
(σ' αγαπώ σ' αγαπώ)
Oh oui je t'aime!
(ω, ναι, σ' αγαπώ)
-Moi non plus.
(ούτε εγώ)
 
Η θάλασσα στην Caldera μοιάζει ακίνητη. Μια επιφάνεια στιλπνή και σχεδόν απέραντη. Βαθύ, βαθύ μπλέ. Το πιο βαθύ που έχει η θάλασσα...
Βαθύ, βαθύ μπλε!
Βουνά λάβας πάνω στην επιφάνεια της θάλασσας. Μαύρες και λείες πέτρες του ηφαιστείου.
Η μουσική έρχεται και φεύγει, όπως τα κύματα, με ένα οίστρο, που φεγγίζει απ' τις σιωπές...
 
-Oh mon amour…
(ω, αγάπη μου)
-Comme la vague irresolute
(όπως το αναποφάσιστο κύμα)
Je vais et je viens
( πηγαίνω κι έρχομαι)
Entre tes reins
(εκεί, ανάμεσα στα νεφρά σου)
Et je
Me re-
Tiens

(και κρατιέμαι από σένα...)
Tu vas et tu viens
(πηγαίνεις κι έρχεσαι)
Entre mes reins
(ανάμεσα στα νεφρά μου)
Et je
Te re-
Joins

(και σε συναντώ...)
 
Ενα άστρο αναβοσβήνει για χάρη της θεάς στης νύχτας το βυθό.
Το Ασπρονήσι παλεύει θαρείς να κρατηθεί στη ράχη της θάλασσας και να μη βουλιάξει.
 

 
Στις τοιχογραφίες του Ακρωτηριού ακκίζονται δυο χελιδόνια αντικρυστά, με τις αναπνοές του Σερζ Γκενσμπούρ και της Τζέϊν Μπίρκιν...
 
-je t'aime je t'aime
(σ' αγαπώ, σ' αγαπώ)
-Oh oui je t'aime!
( ω, ναι, σ' αγαπώ)
-Moi non plus.
(εγώ όχι)
-Oh mon amour…
(ω, αγάπη μου)
L'amour physique est sans issue
(η ερωτική πράξη δεν έχει διέξοδο)
 
Μεσουρανεί αυτή η θεά, και ο Μαϊστρος σκόρπισε όλα τα ρούχα της στη θάλασσα. Ετσι, γυμνή, χωρίς χιτώνα περιφέρεται στις γειτονιές του Ωκεανού...
 
Je vais je vais et je viens
( πηγαίνω, πηγαίνω κι έρχομαι)
Entre tes reins
( ανάμεσα στα νεφρά σου)
Je vais et je viens
( πηγαίνω κι έρχομαι)
Entre tes reins
(ανάμεσα στα νεφρά σου)
Je me retiens
(κρατιέμαι)
-Non! Main-
Tenant
Viens!
( Οχι! Τώρα έλα).
 

 
     
 
Οι σκιές του μεσημεριού είναι μικρές στον άσπρο τοίχο.Μόνο το φως υπάρχει. Κυριαρχεί και σε τυφλώνει... Ονειρο είναι!
Στης Θηρασιάς την πάνω πόλη, στο Ασπρονήσι και στο λιμανάκι του Αη-Νικόλα, με το θειάφι του ηφαιστείου να φωσφορίζει στα νερά...
Ονειρο είναι!
Στο Μέσα Βουνό των Πτολεμαίων. Στο Φηρό Στεφάνι και στο Ημεροβίγλι. Το σώμα σου καίει...
 
     
 
Σαντορίνη!
Ενα ωραίο κεφάλι μοιάζει ακρόπρωρο σ' ένα καράβι, που έχει στα πανιά του την Πότνια Θηρών, μια χρυσή μέλισσα και κρόκους. Ενα ωραίο κεφάλι από πηλό.
Κύπριδα ή Κυθέρεια.
Πάνδημη.
Η θεά των οίστρων, που παραβγαίνει τη σποδό των ηφαιστείων και πυρπολεί τον ουρανό.
Στων κοριτσιών τα γέλια.
Στις αναπνοές που στροβιλίζονται μέσα στη νύχτα.
Μουσικές...
Ενα ισχνό τύμπανο και μια φλογέρα.
Allegro-Adagio-Allegro!
Με τις φλόγες των κεριών παίζει ο αέρας.
Κι αυτές χορεύουν με το Bolero του Maurice Ravel.
Avanti.
Avanti maestro!
Καθένας διαλέγει και το μυστικό του τρόπο. Η νύχτα έχει μύριους λαβυρίνθους.

 

 
Ο θόλος σ' αυτό το γκρεμισμένο υπόσκαφο σε τι διαφέρει από ένα λαβύρινθο της λάβας.
 
Σ' ένα μπαρ στην Οία, η Αφροδίτη κάθεται στη μπάρα, και δεν φοράει ρούχο πάνω της, μόνο το φως του φεγγαριού.
 
     
 
Σαντορίνη.
Στην άλλη ζωή της, αιώνες πολλούς πριν από σήμερα, η Ιέρεια του Ακρωτηριού, με ένα κορμί στο χρώμα του πηλού, λάτρευε ακόμη το φεγγάρι. Κι έμοιαζε στρόβιλος το σώμα της.
 
Tu es la vague, moi l'ile nue
...Tu es la…


 

 
Ακροβατεί στον ουρανό η θεά των άστρων, κι ένα κορίτσι χορεύει στο στάχυ της Παρθένου.
Αστερία,
Πασιφάη,
Ιριγένεια,
Ειρεσιόνη,
Ανθεια,
Αστερόπη,
Κύνθεια,
Ωρεία,
Αριάδνη,
Ηφαιστειόνη,
Παντοτεινή,
που κρατάς στο ρούχο σου τη νύχτα κι αντιφεγγίζουν στην caldera μικρά κομμάτια ουρανού.
Εσύ ανάβεις ύστερα των κοριτσιών τα γέλια, με τους κρόκους στα πλεχτά καλάθια τους...
 
     
 
Σαντορίνη.
Με τα χαμηλά αμπέλια του κρασιού, πάνω στις ελαφρόπετρες, σγουρά, στο στέρνο του μεσημεριού.
Αθήρι ή Νυχτέρι, το μεθύσι τους είναι το ίδιο. Λαμπερό και διάφανο, κάτω από έναν απέραντο ουρανό, που καταυγάζει πόθους και θριάμβους.
Το καλοκαίρι ανάβει στου κρασιού το πιόμα. Με λάμψεις αρχαίες και παντοτεινές.
Τα δυο αγόρια δεν έπαψαν ποτέ να πυγμαχούν στον τοίχο της αιωνιότητας.
Ερωτες καλοί κρύβονται πίσω από την τοιχογραφία της Ανοιξης με τα άγρια κρίνα...
Οσία των μύθων!
Κομμάτια λάβας είναι τα βυζιά σου, όπως και εκείνα τα κομμάτια στους τοίχους των σπιτιών, για να φαντάζουν φυλαχτά απ' τον όλεθρο...

 

 
Γαυγίζει το σύννεφο ο σπασμένος τοίχος στις γειτονιές του Ακρωτηριού. Οσία των μύθων!
Μοιάζεις να είσαι έτσι το κατάστρωμα της οικουμένης, και μας ταξιδεύεις.

 

 
ΝΙΚΟΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ
Αθήνα, 29 Απριλίου 2004


zervonikolakis.lastros.net   Επιστροφή στην αρχική σελίδα