Ο

ΚΑΙΡΟΣ

ΤΩΝ

Ασπαλάθων

 

Μπαινοβγαίνω με κόπο στα Μινωικά Παλάτια και χάνομαι στους λαβυρίνθους και τα μυστικά τους σύμβολα, όπως τα ψηλαφώ στις πέτρες, που είναι χαραγμένα.

Μέρες και μέρες τώρα, μήνες ολόκληρους και χρόνια, χωρίς να βγάζω σίγουρα μια άκρη.

Γυρίζει ο καιρός.

Όπως γυρίζει ο ήλιος.

Αυτός είναι άλλωστε ο χρόνος. Ο υπολογισμός της ουτοπίας από τη μια στροφή στην άλλη, ψηλαφώντας την Εκλειπτική.

Το φως είναι που έρχεται και φεύγει. Αιώνες. Με ακρίβεια και συνέπεια, χωρίς να μεσολαβεί χάσμα ή λάθος.

Ο καιρός είναι ένα δοκίμιο ζωής. Μια αναπνοή. Ένα αχ, στην προσπάθεια να πιαστώ και να σκαρφαλώσω ή να κρατηθώ όρθιος σε ένα κακοτράχαλο τόπο.

Στις ερημιές της Ψείρας, που αγαπώ να ψηλαφώ τις ξερολιθιές της, ελπίζοντας ότι κάποτε θα μου μιλήσουν.

Ανάμεσα στους σκίνους και στους ασπαλάθους.

Ο ασπάλαθος είναι δύσκολο φυτό. Δύσκολα τα αγκάθια του κι ακόμη πιο δύσκολη η επιμονή του.

 

Είναι παράξενο πώς στριφογυρίζουν τα πράγματα στο μυαλό των ανθρώπων. Εποχές, χρόνια, καιροί.

Και η μνήμη, ένα θηρίο, που καταβροχθίζει πράγματα και γεγονότα!

Την παραμονή αυτής της Άνοιξης, 20 Μαρτίου, παραμονή δηλαδή της Εαρινής Ισημερίας, βρέθηκα να σκαρφαλώνω σε ένα δυσκολοπερπάτητο μονοπάτι, που οδηγεί σε μια Αρχαία Ακρόπολη. Στο Ζάρακα, κοντά στη Μονεμβασιά.

Έτσι βρέθηκα σε ένα λαμπερό τοπίο με ανθισμένους ασπαλάθους,  ένα τοπίο μνήμης, εξ αιτίας των ασπαλάθων.

Η μνήμη μοιάζει συχνά με τους ασπαλάθους. Είναι ακανθώδης και έχει λαμπερά λουλούδια.

Οι καιροί διολισθαίνουν πάντοτε στην Εκλειπτική, ακολουθώντας με ακρίβεια τις Τροπές του ήλιου.

Στη Μινωική Κρήτη, στη Χώρα των Κεφτιού, στον τόπο μου, οι Ισημερίες ήταν πάντοτε σημάδια εξ ορισμού στις ζωές των ανθρώπων. Και στη δική μου.

Μυθογραφώντας το λαμπερό κίτρινο χρώμα των ανθισμένων ασπαλάθων.

Το βουητό των μελισσών ήταν αυτό που με γύρισε πίσω στη Μινωική Κρήτη.

Τα άνθη των ασπαλάθων ήταν γεμάτα μέλισσες, που άφηναν το βουητό τους πάνω στη γύρη, τραγουδώντας έναν αιώνιο Ύμνο, στη Μεγάλη Μητέρα Θεά των Μινωιτών.

Οι μελισσοκόμοι λένε πως οι μέλισσες δεν επισκέπτονται τα άνθη των ασπαλάθων!

Δεν ξέρω γιατί τους διαψεύδει τόσο σκληρά αυτή η εικόνα που έχω μπροστά μου σ’ αυτή την έρημη αρχαία Ακρόπολη με τους ασβεστόλιθους.

Οι καιροί έχουν τις ιδιορρυθμίες τους.

Μπροστά απλώνει η θάλασσα τα μπλε της, με όλες τις αποχρώσεις της αιωνιότητας. Βαθύ κυανούν. Το χρώμα του θανάτου, λένε αυτοί που δεν ταξίδεψαν ποτέ στον Άδη.

Στον Άδη δεν υπάρχουν χρώματα.

Εκεί ταξιδεύεις μια φορά. Χωρίς επιστροφή. Η ζωή μένει πίσω, χάνεται στις ροές των καιρών, διαχέεται στις μνήμες, μέχρι που εξαφανίζεται.

Το κίτρινο χρώμα των ασπαλάθων σφύζει από ζωή. Συναγερμός φωτός. Όπως το βουητό των μελισσών.

Το μπλε είναι το χρώμα της αιωνιότητας, από την Αίγυπτο των Φαραώ μέχρι τα Μινωικά παλάτια στην Κρήτη.

Η Διπλή Μέλισσα από τα Μάλια σε ένα σγουρό τοπίο μέχρι την ακτή.

Το Σγουροκεφάλι στην Τάρμαρο, με τα αρχαία φρύγανα, τους ασπαλάθους, τα αγκαθόχορτα της θάλασσας με το πικρό σταμναγκάθι πάνω τους και τους αείλαμους γύρω από το Χρυσόλακκο.

Με βασανίζει πολύ το όνομα Τάρμαρος.

Ακολουθώ έτσι, με πείσμα τους κύκλους του φεγγαριού μπροστά στο βουνό Σελάνα, γνωρίζοντας τα σημάδια της μυσταγωγίας στους πομπικούς δρόμους της Δυτικής Αυλής και στο Δρόμο της Θάλασσας.

Ερμηνεύοντας τους ασπαλάθους από παιδί, με τα αγκάθια τους να τρυπούν τα πόδια μου.

Ο μύθος λέει ότι με τα αγκαθωτά κλαδιά των ασπαλάθων τιμωρούν στον Άδη τους Τυράννους.

Το κατάλαβαν όμως, ως φαίνεται οι τύραννοι και άλλαξαν πρόσωπο, παίζοντας κρυφτό με τη Δημοκρατία και τις κάλπες.

Τύραννος είναι εν τούτοις και αυτός που κλέβει την ψήφο του λαού, για να του ρημάζει τη ζωή, όταν σκαρφαλώνει στην εξουσία.

Έτσι, γέμισε ο τόπος τύραννους και ασπαλάθους. Λες και οι τύραννοι τρέφουν τα κλαδιά των ασπαλάθων.

Σε αρχαίους όρκους γέρνει ο κόσμος. Αρμόδιος και Αριστογείτων. Ένα χέρι τιμωρού, που ορκίζεται χωρίς να τρέμει.

 

 

Η Άνοιξη πέρασε ξυστά από τη θάλασσα, σφυρίζοντας σε ένα τρίτωνα το χρώμα της, ανεμίζοντας στα βουνά το βουητό των μελισσών, μαζεύοντας τη γύρη της Δικαιοσύνης.

Τα κλαδιά των ασπαλάθων ακκίζονται στο φως, όπως και τα χέρια των τιμωρών πάνω απ’ τις κάλπες.

«ΘΟΡΕ ΚΕΣ ΘΕΜΙΝ ΚΑΛΑΝ»

Με τη γροθιά στο κούτελο σφιχτή. Πότνια. Σεβίζων ενώπιον του ήλιου με το μέγα φως.

Φαίνεται πως επιστρέφει ο καιρός των αιμάτων, με οιμωγές χωρίς έλεος, ενώπιον των ανθρώπων.

Το αμπέλι κάνει σινιάλο στην ελιά και ο ασπάλαθος στο αχινοπόδι. Έτσι τρέφεται ο καιρός με τις σάρκες των ανθρώπων και εξοδεί τα έργα και τις ημέρες τους. Ο φοβερός καιρός που δεν έχει τύψεις, μήτε σημάδι σωφροσύνης, παρά μόνο την άγουσα στο χάος.

Η απρέπεια των ανθρώπων προς τη φύση, τη μόνη εξ αρχής δύναμη, που δεν συγχωρεί ποτέ, ούτε έχει έλεος γι’ αυτούς που επιβουλεύονται την απόλυτη εξουσία της.

Οι ξερολιθιές στην Ψείρα είναι τα κτίσματα της αιωνιότητας, η ραχοκοκαλιά της Προϊστορίας, η υποψία του Αιέν, ανάμεσα στους ασπαλάθους.

Τιμωρός καιρός.

Έγινε έτσι μια μεγάλη σιωπή στο κέντρο της Αθήνας και ακούστηκε ο ήχος του όπλου, μιλώντας τη γλώσσα του δίκιου, του θυμού και της εκδίκησης.

Ο άνθρωπος που αυτοπυροβολήθηκε άφησε ένα σημείωμα για να διηγηθεί την αξία των ασπαλάθων:

 

Ιδού λοιπόν. Ο Καιρός των Αιμάτων, πίσω από τις οιμωγές, την ανέχεια και τους εξευτελισμούς των ανθρώπων. Πίσω από τους εξωνημένους, τους προδότες και τους κοπρόφρονες.

Ο Καιρός της φωτιάς.

Επιστρέφοντας στα ικριώματα των αγαλμάτων, σκληραίνοντας ακόμη στη Ζάκρο τον ορείχαλκο.

Ο Καιρός της φωτιάς.

Με τον ήχο του όπλου. Κάποιοι πρέπει να στηθούν στον τοίχο, για να αλαφρύνει η τύψη από το βάρος της και να αποκτήσει εκ νέου νόημα ο πολίτης.

 

 

Η Piazza Loreto στο Milano είναι ένας αφηγητής δύσκολων, μα δίκαιων πραγμάτων. Είναι φορές που τέτοιες πλατείες μπορεί να είναι τόποι της ανάγκης, όπως και τα κλαδιά των ασπαλάθων, για τους τυράννους.

Milano, Piazza Loreto, 1945.

Έτσι υπάρχουν οι μεγάλες σιωπές πίσω από τη σύνεση και την αξιοπρέπεια των ανθρώπων. Ο ήχος της προϊστορικής ξερολιθιάς, ο ήχος της θάλασσας, ο ήχος της ζωής.

Αναρωτιέμαι πόσο φαντασμαγορικό θα είναι το θέαμα να αρχίσει να φουσκώνει ξαφνικά η άσφαλτος γύρω από τη Βουλή και να αρχίσουν αίφνης να φυτρώνουν ασπάλαθοι, με τα κίτρινα ζωηρά άνθη τους και τα πυκνά κλαδιά με τις ακίδες, έτσι που να μην αφήνουν τόπο να περάσουν οι κουρ(σ)ευτές των Ελλήνων.

Οι «εκλεγμένοι» τυραννίσκοι της ουτοπίας. Οι λάθρα ισχύοντες, οι λαθρομνήμονες, με τη «μαγκιά» και με το θράσος. Οι απόβλητοι.

 

 

Με τον τρόπο της ταξιδεύει και φέτος η Άνοιξη, ανεμίζοντας τα αρώματά της και της γης τα αιώνια χρώματα, χωρίς λάθη και χωρίς καθυστερήσεις.

Το «χρηματιστήριο» αξιών της γης είναι αίσιο, αδιάφθορο και διαρκές.

Περνά ο Καιρός.

Η τύψη, όπως και το χρέος κρέμονται στα ωραία κλαδιά των ασπαλάθων.

 

 

ΝΙΚΟΣ ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ

Αθήνα, 12 Απριλίου 2012





zervonikolakis.lastros.net   Επιστροφή στην αρχική σελίδα